Γράφει ο Δημήτρης Τσιγκάρης
Ως γνωστόν, περί τα τέλη του 18ου αιώνα και ιδιαίτερα στις αρχές του 19ου, το εμπορικό ναυτικό της Ύδρας ήκμασε και οι Υδραίοι απέκτησαν πλοία μεγάλα και προηγμένης για την εποχή ναυπηγικής νοοτροπίας με τα οποία πραγματοποιούσαν διεθνείς πλόες και διενέργεια σημαντικών εμπορικών πράξεων. Ήδη από τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του εμπορικού των στόλου, οι Υδραίοι εννόησαν όπως γράφει και ο σημαντικός Ιστορικός Αντώνιος Λιγνός εις τον Α’ τόμο της Ιστορίας της Νήσου Ύδρας, ότι “η παιδεία περικοσμεί το άτομο και προάγει την τύχη αυτού” και έτσι το 1749 ίδρυσαν το πρώτο Ελληνικό σχολείο συστηματικής διδασκαλίας αργότερα γνωστό και σαν Σχολείο του Αγίου Βασιλείου, σε οίκημα που δώρισε στην κοινότητα Υδραίος ευεργέτης. Έως τότε, σαν μεμονωμένοι διδάσκαλοι στο νησί δραστηριοποιούνταν κάποιοι ιερείς οι οποίοι και αυτοί ήσαν περιορισμένης μόρφωσης και δίδασκαν συνήθως μόνο γραφή και ανάγνωση ενώ σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού ομιλούσε την Αλβανική.
Με την πάροδο λίγων ετών, από τον τρόπο τήρησης των ημερολογίων των πλοίων και από την αλληλογραφία των Πλοιάρχων, κατέστη εμφανές ότι η συστηματική διδασκαλία στο Σχολείο απέδωσε καρπούς, και ο τρόπος γραφής των ήταν τόσο βελτιωμένος ώστε να μην ομοιάζουν με αυτά των παλαιοτέρων χρόνων. Έτσι, δεν άργησε και το χρονικό σημείο κατά το οποίο κατανοήθηκε και η ανάγκη περαιτέρω θεωρητικής μόρφωσης και κατάρτισης των Υδραίων Πλοιάρχων όπως και η γνώση ξένης γλώσσας. Ως εκ τούτου, κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες της τουρκοκρατίας στο Σχολείο αυτό λειτούργησε και η “Ναυτική Σχολή της Ύδρας” με την ευημερούσα τότε κοινότητα όπως ήταν φυσικό να επενδύει στην ανάπτυξη, την καλή λειτουργία και την αποτελεσματικότητα της κατάρτισης των φοιτούντων αφού σύμφωνα με τις διασωθείσες πληροφορίες, εκτός από σημαίνοντες Έλληνες κάλεσε να διδάξουν και -κυρίως- ξένοι ειδικοί. Δυστυχώς, ενός μόνο διδασκάλου της Ναυτικής επιστήμης διεσώθη το όνομα. Πρόκειται για τον Φελίτζε Καζέρτα από το Παλέρμο της Σικελίας ενώ επίσης διεσώθη και το όνομα του διδασκάλου της Ιταλικής γλώσσας Ιωσήφ Κιάππε. Επιπλέον, κατά μη επιβεβαιωμένη ιστορική πληροφόρηση, την Γαλλική εδίδαξε ο ομογενής εκ Βουλγαρίας Ιατρός και Φιλόλογος Νικόλαος Πίκκολος.
Μοιάζει όπως θα ήταν φυσικό άλλωστε, ότι η Ναυτική Σχολή διέκοψε τη λειτουργία της με την έναρξη της επανάστασης του 1821 όταν φοιτούντες και καθηγητές “μπάρκαραν” στα πλοία του αγώνα. ‘Εκτοτε, οι ιστορικές πληροφορίες είναι περισσότερο σαφείς και σύμφωνα με έγγραφα των σχετικών αρχείων, λειτούργησε πάλι το 1839 με οργανωτή και διδάσκαλο των Ναυτικών τον εκ Μάλτας Πλοίαρχο Ε.Ν. και Ναυτοδιδάσκαλο Λορέντζο Μπονέλλο. Κατά τη διάρκεια των υπολοίπων ετών του 19ου αιώνα υπήρξαν αρκετές λειτουργικές διακυμάνσεις ενώ δεν αναφέρεται λειτουργία της και διδακτική δραστηριότητα κατά το πρώτο τέταρτο του 20ου αιώνα.
Έως ότου, κατά το έτος 1927 και εν όψει της σημαντικής ανάπτυξης της ποντοπόρου και μηχανοκίνητης πλέον Ναυτιλίας, με πρωτοβουλία της Ένωσης Ναυτικών Ύδρας η (τότε) Κοινότητα Ύδρας επανίδρυσε τη Σχολή με ιδιωτικά κριτήρια καλύπτοντας τα έξοδα λειτουργίας της. Από δε το 1929 με βάση νόμο της Ελληνικής Πολιτείας, η Σχολή άρχισε να λειτουργεί σαν δημόσια με οργανωτή και πρώτο Διοικητή τον Πλοίαρχο του Π.Ν. και κατόπιν υποναύαρχο Δημήτριο Καζάκο. Έκτοτε, η Σχολή της Ύδρας λειτουργεί ανελλιπώς έως σήμερα, ενώ χαρακτηρίζεται σαν η -κατά πάσα πιθανότητα- παλαιοτέρα εξ ιδρύσεως οργανωμένη παρόμοια Σχολή παγκοσμίως. Λειτούργησε δε, ακόμα και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Αθήνα αφού οι κατοχικές δυνάμεις που αποβιβάστηκαν στην Ύδρα, την κατέλαβαν και επιτάξαν το κτήριο όπου στεγαζόταν και στεγάζεται έως σήμερα και την υποχρέωσαν να φύγει …
Η λειτουργία της Σχολής είναι ανέκαθεν ταυτισμένη με τη ζωή και την καθημερινότητα του νησιού της Ύδρας. Η έπαρση και η υποστολή της Σημαίας όπου άπαντες οι ευρισκόμενοι στην παραλία του λιμανιού στο άκουσμα της σαλπίσματος ακινητοποιούνταν σε στάση προσοχής, ο έως πρόσφατα Κυριακάτικος εκκλησιασμός στον Μητροπολιτικό Ναό όπου οι μαθητές μετέβαιναν εν παρατάξει, η συμμετοχή στην περιφορά των εικόνων και στις θρησκευτικές λιτανείες, οι ποδοσφαιρικές συναντήσεις μεταξύ των ομάδων της Σχολής και του Πανυδραϊκού, η έξοδος του Σαββατοκύριακου και οι επισκέψεις των γονέων και συγγενών ή φίλων των μαθητών, απετέλεσαν ανεξίτηλες πινελιές στη ζωή του νησιού, ιδιαίτερα προ της εποχής της τουριστικής ανάπτυξης με αποκορύφωμα τη διεξαγωγή των ετήσιων ναυτικών αγώνων μεταξύ των σχολών, αφού εν τω μεταξύ είχαν ιδρυθεί και άλλες. Έως σήμερα δε, σε διάφορες τοπικές εκδηλώσεις οι μαθητές της Σχολής ένστολοι, προσδίδουν ιδιαίτερη χροιά και επισημότητα !
Η φήμη της Σχολής ήταν ανέκαθεν παγκόσμια. Για πολλές δεκαετίες κατά τον προηγούμενο αιώνα ήταν κοινή πεποίθηση ότι μαζί με αυτήν του Σαουθάμπτον της Αγγλίας, ήταν από τις πλέον επιτυχημένες στον κόσμο και οι απόφοιτοί της ήταν περιζήτητοι. Πράγμα το οποίο ίσχυσε και αργότερα και ισχύει έως σήμερα. Όπως συνέβη άλλωστε και με τις άλλες, αργότερα ιδρυθείσες Σχολές στον Ασπρόπυργο, την Κύμη, τη Σύρο και άλλα μέρη της Ελλάδος.
Από τους διαχρονικά αποφοιτήσαντες από την Ύδρα, η μέγιστη πλειοψηφία είχαν σπουδαία σταδιοδρομία στη Ναυτιλία σαν Πλοίαρχοι και Αρχιπλοίαρχοι ενώ αρκετοί προχώρησαν με επιτυχία στον εφοπλισμό. Αρκετοί δε, μετά από επιτυχείς εξετάσεις εισήλθαν στις τάξεις του Λιμενικού Σώματος και δύο από αυτούς, οι αείμνηστοι Αντιναύαρχοι Λ.Σ. Αριστείδης Παπανδρέου και Χρήστος Ντούνης έφθασαν στη θέση του Αρχηγού του Σώματος. Όμως, εκτός από τους γηγενείς που διαχρονικά μαθήτευσαν και απεφοίτησαν, η Σχολή έχει συνδέσει την ιστορία της και με τον Ελληνισμό της Αιγύπτου και της Κωνσταντινουπόλεως αλλά ιδιαίτερα με την Κύπρο. Με βάση το ισχύον καθεστώς εισαγωγής των Ελλήνων της διασποράς στα ανώτατα και ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα, έγιναν δεκτοί στη Σχολή πολλοί Κύπριοι απόφοιτοι Κυπριακών γυμνασίων οι οποίοι αργότερα σταδιοδρόμησαν με επιτυχία στα Ελληνικά πλοία και επάνδρωσαν σημαντικές θέσεις στα Κυπριακά λιμάνια και στο Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας, νυν Υφυπουργείο Ναυτιλίας της Μεγαλονήσου.
Τέλος, ο συντάκτης θα αναφερθεί στους αρκετούς ηρωϊκούς παλαιότερους αποφοίτους, που κατά τον Β’ ΠΠ έπεσαν υπέρ Πατρίδος ενώ υπηρετούσαν σε εμπορικά πλοία στις θάλασσες του κόσμου και θα σταθεί ιδιαίτερα στον εκ Χίου Βασίλειο Μ. Βασιλειάδη απόφοιτο του 1939, ο οποίος ευρισκόμενος στην Αγγλία κατετάγη σαν εθελοντής στην RAF όπου έφθασε στον βαθμό του Σμηναγού και πολεμώντας για την ειρήνη του κόσμου, αφού κατάφερε διψήφιο αριθμό βεβαιωμένων καταρρίψεων εχθρικών αεροσκαφών, ατυχώς έχασε τη ζωή του στις 25 Μαρτίου 1945 σε μία παρακινδυνευμένη αερομαχία. Επίσης στον απόφοιτο του 1959 Παναγιώτη Χρυσούλη ο οποίος υπηρετώντας στην Κύπρο σαν Ύπαρχος στην ακταιωρό Φαέθων, έπεσε ηρωϊκά υπέρ Πατρίδος κατά τους τουρκικούς βομβαρδισμούς τον Αύγουστο του 1964.
Η έννοια “Απόφοιτος της Σχολής της Ύδρας”, έχει ανέκαθεν μια ευρύτερη σημασία για τους φοιτήσαντες εκεί. Είναι ίσως το περιβάλλον αυτού του από τους ιστορικούς αποκαλουμένου και Iερού Bράχου, είναι η ζωή των σπουδαστών δίπλα στην άλλοτε ήρεμη και άλλοτε αγριεμένη θάλασσα και πάνω στο μοναδικό πέτρινο τοπίο της Ύδρας, είναι μία αόρατη δύναμη και ένα άγνωστο DNA, είναι τα αρχοντικά κτήρια στέγασης της Σχολής που κάποτε ήταν ιδιωτική κατοικία της οικογενείας των εκ των ελευθερωτών της Ελλάδος Τσαμαδών, είναι όλα αυτά μαζί (;) που αναπτύσσουν έναν ιδιαίτερο εφ΄ όρου ζωής σύνδεσμο και αλληλεγγύη μεταξύ των αποφοίτων των οποίων η πλειονότητα είτε μέσω της εδρεύουσας στον Πειραιά Λέσχης των Αποφοίτων, είτε με επί μέρους συγκεντρώσεις reunion και επαφές, διατηρούν διαχρονικές προσωπικές και οικογενειακές σχέσεις φιλίας. Τι κι αν έχουν παρέλθει 60 ή 40, ή 10 χρόνια από την αποφοίτηση… παλαιοί και νέοι απόφοιτοι εμφορούνται από τα ίδια συναισθήματα και ένα είδος σεμνής υπερηφάνειας που αποφοίτησαν από αυτή τη Σχολή ενώ μετά την αποφοίτηση το “αντίο” στην Ύδρα δεν είναι ποτέ οριστικό και όλοι φεύγουν με την υπόσχεση να ξαναγυρίσουν. Όπως και γίνεται … Ενώ είναι σχεδόν πρωτοφανές και μοναδικό το γεγονός, ότι πάππος και εγγονός έχουν τελειώσει την ίδια Σχολή έχοντας καθίσει στα ίδια θρανία ! Ο μεν παππούς το 1951 διαπρέποντας αργότερα σαν Καπετάνιος και κυβερνήτης σούπερ τάνκερς, ενώ ο εγγονός το 2018, βαδίζων ήδη στα μονοπάτια μιας λαμπρής Ναυτικής καριέρας !
Τέλος ο συντάκτης -απόφοιτος και ο ίδιος έτους 1966- θα ευχηθεί η Πολιτεία να διατηρεί εσαεί το μέγιστο δυνατόν ενδιαφέρον για τη Σχολή αυτή, ενώ οφείλεται και ένα θερμό ευχαριστώ στους εφοπλιστές εκείνους οι οποίοι με την πολύτιμη κατά περίπτωση έμπρακτη οικονομική και όχι μόνο συμπαράσταση, συμβάλουν στην συνεχή αναβάθμιση των σπουδών και των εγκαταστάσεων της!