Έρευνα, κείμενο: Γιάννης Τερνιώτης
Μία από τις περισσότερο καταστροφικές αεροπορικές επιδρομές της Luftwaffe κατά τη διάρκεια του Β’ΠΠ, πραγματοποιήθηκε εναντίον των συμμαχικών πλοίων στο λιμάνι Μπάρι της Ιταλίας, στις 2 Δεκεμβρίου 1943. Ένα από τα εμπορικά πλοία που δέχτηκαν το μένος των γερμανικών βομβαρδιστικών, ήταν το αμερικανικό Liberty SS “John Harvey”. Το φορτίο που μετέφερε με μεγάλη μυστικότητα και το οποίο δεν είχε εκφορτωθεί ακόμα, αποτελούσαν 100 t βομβών χημικών όπλων. Τις συνέπειες από την ανατίναξη και διασπορά αυτού του θανάσιμου φορτίου έμελλε να πληρώσουν ακριβά οι άτυχοι ναυτικοί και οι στρατιωτικοί που βρέθηκαν στο λιμάνι κατά την ώρα της επιδρομής, αλλά και εκατοντάδες ανυποψίαστοι πολίτες ανάμεσα στον άμαχο πληθυσμό της πόλης.
Η ιταλική παραλιακή πόλη του Μπάρι με το ομώνυμο λιμάνι στις ακτές της Αδριατικής, αριθμούσε κατά τη διάρκεια του Β’ΠΠ περίπου 250.000 κατοίκους. Καθώς από την αρχή της εκστρατείας στην Ιταλία, οι Σύμμαχοι είχαν επιλέξει να χρησιμοποιήσουν το Μπάρι σαν μελλοντικό λιμάνι ανεφοδιασμού, το 1943 η πόλη είχε υποστεί ελάχιστες ζημιές από αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Στα τέλη του ίδιου έτους, η περιοχή του είχε καταληφθεί από τις βρετανικές δυνάμεις και το λιμάνι αποτελούσε τη κύρια βάση απ’ όπου προωθούντο εφόδια και εφεδρείες στην 8η Στρατιά του στρατάρχη Μοντγκόμερυ, που προωθούσε μαζί με τις αμερικανικές δυνάμεις τη διείσδυση της στην ιταλική ενδοχώρα.
Η πόλη επίσης χρησιμοποιείτο σαν έδρα της 15ης Αεροπορικής Δύναμης (15th AF) της Αμερικανικής Στρατιωτικής Αεροπορικής Δύναμης (USAAF). Η πλειοψηφία των μονάδων της 15ης AF στάθμευε στα αεροδρόμια της Φότζια 120 km μακρύτερα, αλλά στο Μπάρι στάθμευαν 200 Αμερικανοί αξιωματικοί του επιτελείου της, όπως και ο νεαφιχθής διοικητής της πτέραρχος Τζέημς Ντούλιτλ, καθώς και εκατοντάδες υπαξιωματικοί και οπλίτες του προσωπικού της. Σαν αποτέλεσμα το λιμάνι φιλοξενούσε συχνά νηοπομπές που έφθαναν από τις ΗΠΑ, φέροντας καύσιμα, πυρομαχικά, ανταλλακτικά και κάθε είδους άλλα εφόδια για τα αμερικανικά αεροσκάφη, τα οποία είχαν αρχίσει να επιχειρούν εναντίον στόχων στη νότια Γερμανία, την Ιταλία και τα Βαλκάνια.
Έτσι στις αρχές Δεκεμβρίου 1943, στο λιμάνι του Μπάρι συνωστίζονταν για να παραδώσουν το φορτίο τους 30 αμερικανικά, βρετανικά, νορβηγικά, πολωνικά, ολλανδικά και ιταλικά εμπορικά πλοία. Λόγω της πεποίθησης της συμμαχικής διοίκησης ότι η δραστηριότητα της Luftwaffe στους ουρανούς της Ιταλίας είχε πλέον εκμηδενιστεί και το Μπάρι, δεν κινδύνευε από αεροπορικές επιθέσεις, οι εργασίες εκφόρτωσης των πλοίων στο λιμάνι προχωρούσαν πυρετωδώς, ακόμα και τις νύκτες, υπό έντονο φωτισμό και με ολοκληρωτική έλλειψη συσκότισης.
Ακόμα, η περιοχή δε διέθετε οργανωμένη αεράμυνα, εκτός από ολιγάριθμες εγκαταστάσεις αντιαεροπορικών πυροβολαρχιών μικρού και μέσου βεληνεκούς, ενώ δεν είχαν διατεθεί για τη προστασία του λιμανιού μαχητικά αεροσκάφη της USAAF και της RAF.
Τέλος, κατά τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο χρησιμοποιούσαν σα βάση, οι τορπιλάκατοι και κανονιοφόροι του βρετανικού 20ου και 24ου στολίσκου MTB, που επιχειρούσαν στην Αδριατική.
ΤΟ ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΦΟΡΤΙΟ ΤΟΥ SS “JOHN HARVEY”
Σε αντίθεση με τους Γερμανούς, κατά τη διάρκεια του Β’ΠΠ ο Αμερικανικός και ο Βρετανικός Στρατός σκόπευαν να χρησιμοποιήσουν χημικά όπλα (“πολεμικά αέρια”), αντίστοιχα με αυτά που δοκιμάστηκαν στα πεδία των μαχών του προηγούμενου παγκόσμιου πολέμου. Η Συνθήκη των Βερσαλιών το 1919, απαγόρευε στη Γερμανία τη παραγωγή και την εισαγωγή κάθε είδους αερίων ή υγρών πρώτων υλών, με τα οποίες θα μπορούσαν να κατασκευαστούν χημικά όπλα. Στη συνδιάσκεψη για το διεθνή αφοπλισμό στην Ουάσινγκτον το 1921 -1922, συζητήθηκε η απαγόρευση χρησιμοποίησης σε μελλοντικές συρράξεις “πολεμικών αερίων”, χωρίς όμως να ληφθεί καμία απόφαση, αφού οι περισσότεροι από τους νικητές του Α’ΠΠ (Αμερικανοί, Βρετανοί, Γάλλοι, Ιάπωνες και Ιταλοί), διαφώνησαν και αρνήθηκαν να υπογράψουν.
Έτσι, στις αρχές του Β’ΠΠ, Βρετανοί και Αμερικανοί διέθεταν στα οπλοστάσιά τους, αποθέματα χημικών όπλων, κυρίως οβίδες πυροβολικού. Ακόμα και στις γερμανικές αποθήκες υπήρχαν μικρές ποσότητες ανάλογων πυρομαχικών. Όμως, η χρησιμοποίηση τους ήταν αυστηρά απαγορευμένη στη Wehrmacht, από την ανώτατη στρατιωτική ηγεσία της. Οι διαταγές όριζαν σαφώς ότι ούτε σε περίπτωση που οι γερμανικές δυνάμεις θα δέχονταν επίθεση με χημικά όπλα, θα υπήρχε απάντηση με χρήση πολεμικών αερίων, χωρίς τη προσωπική εντολή του Χίτλερ!

Πράγματι, κατά τη διάρκεια του πολέμου, όταν κατά περίπτωση οι Γερμανοί στρατηγοί εισηγήθηκαν πλήγματα εναντίον του εχθρού με χημικά όπλα, ο Χίτλερ αρνήθηκε, (ακόμα και στη περίπτωση που ο στόχος θα ήταν μεγάλες ομάδες ανταρτών στο Ανατολικό Μέτωπο). Τουναντίον, ο Ουϊνστον Τσώρτσιλ είχε δώσει διαταγές να χρησιμοποιηθούν πολεμικά αέρια το καλοκαίρι του 1940, εάν οι Γερμανοί θα επιχειρούσαν εισβολή στη Βρετανία… Τον Απρίλιο 1942, οι Βρετανοί πρόσφεραν στον Στάλιν 1.000 t αερίου “Μουστάρδας”. Εκείνος όμως αρνήθηκε ζητώντας από τους δυτικούς συμμάχους του να του διαθέσουν 5.000 t Χλωρίου (Chlorine), το οποίο θα χρησιμοποιούσαν οι Σοβιετικοί για τη κατασκευή δικών τους χημικών όπλων.
Πέρα από αυτό, από το 1943 Βρετανοί και Αμερικανοί σχεδίαζαν να πραγματοποιήσουν μία δεκαπενθήμερη επιχείρηση αεροπορικών επιδρομών εναντίον 30 μεγάλων γερμανικών πόλεων, κατά των οποίων θα εξαπολύονταν βόμβες… χημικών αερίων! Το εφιαλτικό αυτό σενάριο, χρησιμοποίησης ενός ακραίου και απάνθρωπου “πολεμικού μέσου” εναντίον κυρίως άμαχου πληθυσμού, αποκαλύφθηκε σε μυστικά αρχεία της Ουάσινγκτον από ερευνητές, μετά το τέλος του πολέμου. Τη πλειοψηφία των χημικών αερίων που θα εξαπολύονταν με τον τρόπο αυτό ανήκαν στο αέριο της “Μουστάρδας” (ονομασία που έλαβε από τη χαρακτηριστική οσμή του, μετά τη χρησιμοποίηση του για πρώτη φορά κατά τον Α’ΠΠ).
Το αέριο της “Μουστάρδας” προκαλούσε φλύκταινες και τρομερό ερεθισμό του αναπνευστικού συστήματος των ανθρώπων που το εισέπνεαν, εγκαύματα, τύφλωση και εκτεταμένα έλκη στην επιδερμίδα και τελικά αγωνιώδη θάνατο! Τα συμμαχικά αεροσκάφη που θα συμμετείχαν στις επιδρομές αυτές θα επιχειρούσαν από τη Βρετανία και από αεροδρόμια της περιοχής Φότζια στην Ιταλία. Στόχος τους θα ήταν 30 γερμανικές πόλεις, όπου τα χημικά όπλα που θα ερρίπτοντο υπολογιζόταν να προκαλέσουν θανάτους 5.6 εκατομμυρίων ανθρώπων και 12 εκατομμύρια σοβαρά τραυματισμένους, θύματα τα οποία θα χρειάζονταν στη συνέχεια μακρόχρονη νοσηλεία! Ανάμεσα στις πόλεις που αναμένονταν να πληγούν ήταν το Μόναχο, η Στουτγκάρδη, η Καρλσρούη και το Ογκσμπουργκ.
Μόνο τα βομβαρδιστικά της USAAF, επρόκειτο να χρησιμοποιήσουν εναντίον των “στόχων αυτών” 120 εκατομμύρια kg χημικά αερίων…
Στα πλαίσια προετοιμασίας της ολέθριας επιχείρησης αυτής, το φθινόπωρο του 1943 μία ποσότητα 100 t χημικών αερίων “Μουστάρδας”, συσκευασμένα σε 2.000 αεροπορικές βόμβες τύπου Μ 47A1, φορτώθηκε με μεγάλη μυστικότητα από λιμάνι των ΗΠΑ στο φορτηγό Liberty SS “John Harvey” 7.177 t, ανάμεσα στο υπόλοιπό φορτίο του πλοίου, που το αποτελούσαν συμβατικά πυρομαχικά, τρόφιμα και λοιπά εφόδια. Τα μέτρα ασφαλείας που τήρησαν οι αμερικανικές αρχές ήταν τόσο αυστηρά, ώστε ούτε ο πλοίαρχος του Liberty Έλβιν Νόουλς γνώριζε λεπτομέρειες για το είδος του τρομερού φορτίου που μετέφερε το σκάφος του. Οι μόνοι ενήμεροι από τους επιβαίνοντες στο πλοίο ήταν ο υποπλοίαρχος Τόμας Ρίτσαρντσον, αξιωματικός ασφαλείας φορτίου και ο ανθυπολοχαγός Χάουαρντ Μπέκστρομ του 701ου Λόχου Συντήρησης Χημικών (Chemical Maintenance Company) του Σώματος Μηχανικού, ο οποίος ήταν επικεφαλής ενός αποσπάσματος έξι στρατιωτών.
Το “John Harvey” διέπλευσε ανάμεσα στα πλοία μίας νηοπομπής τον Ατλαντικό χωρίς προβλήματα και μπήκε στη Μεσόγειο. Μετά από μία στάση ανεφοδιασμού στο Οράν της Αλγερίας και στην Αυγούστα της Σικελίας, το Liberty κατέπλευσε στις 26 Νοεμβρίου στο Μπάρι. Το λιμάνι ήταν ήδη κατάμεστο από άλλα εμπορικά πλοία που περίμεναν τη σειρά τους για εκφόρτωση επί μέρες, ενώ σύντομα αναμένονταν η άφιξη μίας ακόμα νηοπομπής. Αφού επίσημα επί του “John Harvey” δεν υπήρχε τυπικά το θανάσιμο φορτίο που έφερε, δεν του δώθηκε καμία προτεραιότητα για εκφόρτωση…. Έτσι, καθώς στο λιμάνι γερανοί και προσωπικό δούλευαν πυρετωδώς νύκτα και ημέρα, το πλοίο παρέμεινε επί 5 ημέρες έμφορτο δεμένο στην αποβάθρα 29, περιμένοντας τη σειρά του.
Κατά την ίδια χρονική περίοδο, ο στρατάρχης της Luftwaffe Άλμπερτ Κέσελριγκ και το επιτελείο του στην βόρεια Ιταλία, σχεδίαζαν τη πραγματοποίηση μίας συνδιασμένης επιχείρησης βομβαρδισμού με στόχο τα συμμαχικά αεροδρόμια στη περιοχή της Φότζια. Ο πτέραχος Βόλφραμ φον Ριχτχόφεν διοικητής του Αεροπορικού Στόλου (Luftlotte) 2, που κλήθηκε να υλοποιήσει τον αρχικό σχεδιασμό, ανέφερε ότι μπορούσε να συγκεντρώσει κάτι λιγότερο από 150 βομβαρδιστικά Junkers Ju 88 A- 4 για την επιχείρηση. Λόγω του μικρού σχετικά αριθμού των διαθεσίμων αεροσκαφών και με ενδεχόμενη τη διασπορά τους κατά τις επιθέσεις εναντίον των αεροδρομίων, αντιπρότεινε την επιλογή ως στόχου, των λιμενικών εγκαταστάσεων και των συμμαχικών πλοίων στο Μπάρι.
Ο Ριχτχόφεν υποστήριζε την επιλογή αυτή, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι ένα συντριπτικό πλήγμα εναντίον στο Μπάρι θα παρέλυε τον ανεφοδιασμό των Συμμάχων, αναχαιτίζοντας την προέλαση της βρετανικής 8ης Στρατιάς και θα καθυστερούσε τη δράση της 15ης AF της USAAF. Τελικά η Luftwaffe μπόρεσε να παρατάξει μόνο 105 Ju 88 διαθέσιμα, τα οποία θα επιχειρούσαν από αεροδρόμια της βόρειας Ιταλίας, καθώς και ένα μικρό αριθμό τους ακόμα από τη Γιουγκοσλαβία.
Η ΕΠΙΔΡΟΜΗ
Τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες της 2ας Δεκεμβρίου, ένα γερμανικό αναγνωριστικό αεροσκάφος Me 210, πέταξε σε ύψος μεγαλύτερο των 4.000 m πάνω από το Μπάρι. Ελάχιστοι από το έδαφος έδειξαν να ενοχλούνται από τη παρουσία του και έτσι ο χειριστής του ανθυποσμηναγός Χαν ανεμπόδιστος από τυχόν αντιαεροπορικά πυρά, πραγματοποίησε μία δεύτερη διέλευση πάνω από το λιμάνι. Λίγο αργότερα μετά την επιστροφή του αεροσκάφους, το φωτογραφικό φίλμ που παραδόθηκε στο επιτελείο του Κέσσελρινγκ στη βόρειο Ιταλία, έδειξε ότι το λιμάνι ήταν ασφυκτικά γεμάτο από κάθε είδους εμπορικά πλοία που ξεφόρτωναν, ή περίμεναν τη σειρά τους δεμένα το ένα πλάι στο άλλο στις αποβάθρες. Το “πράσινο φως” για την επιδρομή στο Μπάρι είχε ανάψει…
Οι σχηματισμοί των βομβαρδιστικών που ήδη παρέμεναν σε ετοιμότητα, διατάχθηκαν να πραγματοποιήσουν την επιχείρηση πριν από τα μεσάνυκτα της ίδιας νύκτας. Για λόγους αιφνιδιασμού της συμμαχικής αεράμυνας, που οι Γερμανοί υπέθεταν ότι θα περίμενε μία επιδρομή από το βορρά, τα πληρώματα των Ju 88 διατάχθηκαν να πετάξουν πάνω από την Αδριατική και να προσεγγίσουν το στόχο τους από τα νοτιοδυτικά. Των σχηματισμών των βομβαρδιστικών προηγούντο μερικά αεροσκάφη που θα εξαπέλυαν δέσμες από λεπτές αλουμινοταινίες (Duppel), οι οποίες προορίζονταν να εξουδετερώσουν τα ραντάρ της εχθρικής αεράμυνας, δημιουργώντας στις οθόνες χιλιάδες ψεύτικους στόχους. Τα υπόλοιπα αεροσκάφη θα ακολουθούσαν πετώντας χαμηλά πάνω από τη θάλασσα.
Σύμφωνα με το σχεδιασμό, τα Ju 88 της Luftwaffe έφθασαν στο Μπάρι, δύο ώρες μετά τη δύση του ηλίου. Ο επικεφαλής του πρώτου σχηματισμού, υποσμηναγός Γκούσταβ Τέουμπερ προσεγγίζοντας στις 19:30 πάνω από το λιμάνι, έμεινε κατάπληκτος από το θέαμα που αντίκρυσε: Η ευρύτερη περιοχή και οι αποβάθρες ήταν φωτισμένες άπλετα, καθώς οι εργασίες εκφόρτωσης στα δεμένα το ένα πλάι στο άλλο εμπορικά πλοία, φαινόταν ότι συνεχιζόταν. Η συμμαχική αεράμυνα αιφνιδιάστηκε απόλυτα και πριν προλάβει να αντιδράσει οι Γερμανοί άρχισαν την επίθεσή τους. Οι πρώτες βόμβες που εξαπολύθηκαν έπληξαν τη πόλη, ενώ στη συνέχεια το μένος της Luftwaffe στράφηκε εναντίον των συμμαχικών πλοίων στο λιμάνι.
Καθώς ο ουρανός άρχισε να “βρέχει” βόμβες και φωτοβολίδες, το αμερικάνικο Liberty SS “Joseph Wheeler” δέχθηκε συντριπτικά πλήγματα που ανατίναξαν το αριστερό πλευρό του σκάφους του, ενώ στη συνέχεια ανατράπηκε παρασύροντας στο θάνατο 26 ναυτικούς και 15 από τους στρατιωτικούς που επάνδρωναν τον αμυντικό εξοπλισμό του. Το ίδιο τέλος είχε και το SS “John L. Motley” όταν τρείς βόμβες που εξαπολύθηκαν εναντίον του ανατίναξαν το φορτίο πυρομαχικών που υπήρχε ακόμα στα αμπάρια του, σκοτώνοντας 40 μέλη και στρατιωτικούς του πληρώματός του.
Στην αποβάθρα δίπλα στο “John L. Motley” ήταν δεμένο το SS “John Bascom”. Το Liberty αυτό ήταν το πρώτο πλοίο στο λιμάνι που τα αντιαεροπορικά όπλα του άνοιξαν πρώτα πυρ εναντίον των Γερμανών επιδρομέων. Στις 19:45 το πλοίο δέχθηκε μία δέσμη τριών βομβών, οι εκρήξεις των οποίων διέλυσαν τμήματα του σκάφους και της γέφυράς του. Ο κυβερνήτης του πλοίαρχος Χέϊτμαν, πληγωμένος όπως και οι περισσότεροι επιζώντες από το πλήρωμά του, δεν είχε άλλη επιλογή από το να διατάξει την εγκατάλειψη του πλοίου. Όμως οι ναυαγοί του και οι σωστικές λέμβοι έπρεπε να κατέβουν στη θάλασσα όπου ήδη ήταν καλυμμένη από παχύ στρώμα καιόμενου πετρελαίου και συντρίμμια που έπλεαν παντού. Ένα ακόμα αμερικανικό Liberty το SS “Samuel J. Tilden” επλήγει καίρια από μία βόμβα που διαπέρασε την υπερκατασκευή και εξερράγει στο μηχανοστάσιό του, ενώ μία άλλη εμπρηστική μετέτρεψε τη γέφυρα του σε παρανάλωμα του πυρός. Το κατάστρωμά του σαρρώθηκε στη συνέχεια από πολυβολισμούς των γερμανικών αεροσκαφών, ενώ το πλοίο δέχτηκε εκ λάθους επανειλημμένα πυρά από αντιαεροπορικές πυροβολαρχίες της ξηράς. Ομως μέσα στη κόλαση εκρήξεων, φλογών και βυθίσεων πλοίων στο λιμάνι, μερικοί από τους επιζώντες των συμμαχικών σκαφών παρατήρησαν ότι τα φώτα στο λιμάνι, παρέμειναν αναμμένα έως και 13 λεπτά μετά την έναρξη της γερμανικής επιδρομής!

Στο μεταξύ, το SS “John Harvey” παρέμενε σχετικά άθικτο παρά τις βόμβες που είχαν ήδη εξαπολυθεί εναντίον του και το πλήρωμα έδινε ηρωϊκό αγώνα, βάλλοντας με τα αντιαεροπορικά όπλα που διέθετε εναντίον των γερμανικών αεροσκαφών. Αλλά, καθώς ήταν κυκλωμένο από τις πυρκαγιές και τα φλεγόμενα συντρίμμια των γειτονικών πλοίων που βυθίζονταν γύρω του, η φωτιά μεταδόθηκε και στο σκάφος του. Ο πλοίαρχος Νόουλς, το πλήρωμα και οι άνδρες του υπολοχαγού Μπέκστρομ που επέβαιναν σε αυτό αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις και τις προσπάθειές τους για τη σωτηρία του πλοίου. Όμως ο ηρωϊσμός τους αποδείχθηκε μάταιος, αφού ξαφνικά το “John Harvey” δέχθηκε μία δέσμη βομβών από τις οποίες προκλήθηκε η ανάφλεξη πυρομαχικών σε ένα από τα αμπάρια. Σε δευτερόλεπτα, το πλοίο ανατινάχθηκε σκορπίζοντας παντού στο λιμάνι συντρίμμια του, ενώ ένα τεράστιο μανιτάρι φλογών και καπνού υψώθηκε από το διαλυμένο σκάφος του! Από την έκρηξη, βρήκαν ακαριαίο θάνατο όλα τα μέλη του πληρώματος του πλοίου.
Όσες ποσότητες των δηλητηριωδών αερίων από το θανατηφόρο φορτίο που έφερε δεν είχαν εξαερωθεί και καταπίπτανε ήδη αργά σε όλη τη περιοχή του λιμανιού και της πόλης, διέρρεαν σε υγρή κατάσταση και αναμιγνύοταν με το παχύ στρώμα πετρελαίου που κάλυπτε τη θάλασσα γύρω από τα βυθιζόμενα σκάφη.
Η αεροπορική επιδρομή της Luftwaffe εναντίον του Μπάρι διήρκησε μόλις 20 λεπτά, ενώ οι απώλειες των Γερμανών ήταν ελαφρές, λόγω της καθυστερημένης αντίδρασης και των ασυντόνιστων συμμαχικών αντιαεροπορικών πυρών. Από τα 30 εμπορικά και μεταγωγικά συμμαχικά πλοίο που υπήρχαν κατά την ώρα της επιδρομής μέσα στο λιμάνι βυθίστηκαν, ή καταστράφηκαν ολοκληρωτικά τα ακόλουθα :
“John Harvey” (Αμερικανικό Liberty, 7.177 gt)
“John L. Motley” (Αμερικανικό Liberty, 7.176 gt)
“John Bascom” (Αμερικανικό Liberty, 7.176 gt)
“Joseph Wheeler” (Αμερικανικό Liberty, 7.176 gt)
“Samuel J. Tilden” (Αμερικανικό Linerty, 7.176 gt)
“Fort Athabasca” (Βρετανικό, 7.132 gt)
“Fort Lajoie” (Βρετανικό, 7.134 gt)
“Test Bank” (Βρετανικό, 5.083 gt)
“Lars Kruse” (Βρετανικό, 1.897 gt)
“Devon Coast” (Βρετανικό, 646 gt)
“Bollsta” (Νορβηγικό, 1.832 gt)
“Norlom” (Νορβηγικό, 6.412 gt)
“Lwow” (Πολωνικό, 1.409 gt)
“Puck” (Πολωνικό, 1.065 gt)
“Frosinone” (Ιταλικό, 5.202 gt) και
“Barletta” (Ιταλικό,1.975 gt)
Επίσης, μεγάλες ζημιές υπέστησαν τα :
“Grace Abbott” (Αμερικανικό Liberty, 7.191 gt)
“John M. Scoefield” (Αμερικανικό Liberty, 7.191 gt)
“Crista” (Βρετανικό, 1.389 gt)
“Vest” (Νορβηγικό, 5.074 gt)
“Cassala” (Ιταλικό, 1.797 gt) και
“Odysseus” (Ολλανδικό, 1.057 gt)
“Lom” (Νορβηγικό, 1.268 gt)
Τέλος, το HMS “Vienna” ένα βοηθητικό σκάφος του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού που χρησιμοποιείτο σαν πλοίο υποστήριξης – εφοδιασμού για τις τορπιλακάτους και κανονιοφόρους του 20ου και 24ου Στολίσκου υπέστει σημαντικές ζημιές, ενώ με το πολωνικό φορτηγό SS “Puck” που βυθίστηκε, απωλέστηκε μία μεγάλη παρτίδα ανταλλακτικών για τα σκάφη αυτά.

Ένας από τους Βρετανούς αξιωματικούς, ο υποδιοικητής του 20ου Στολίσκου, υποπλοίαρχος Συρετ RNVR, έγραψε αργότερα στην αναφορά του για την σύντομη, αλλά καταστροφική επιδρομή του Luftwaffe στο λιμάνι του Μπάρι :
«Το απόγευμα της ημέρας αυτής ασκούσα καθήκοντα αξιωματικού υπηρεσίας στο HMS “Vienna”. Στις 19:30, βρισκόμουν μαζί με τον αξιωματικό πληροφοριών ανθυποπλοίαρχο Μόρις RNVR στο γραφείο ασυρμάτου, όπου αποκρυπτογραφούσαμε ένα σήμα. Ξαφνικά ακούστηκαν από έξω αραιές βόλες πυροβόλων, γεγονός που μας έκανε να σπεύσουμε τρέχοντας στο κατάστρωμα για να δούμε τι συμβαίνει. Το θέαμα που αντικρύσαμε ήταν εντυπωσιακό, καθώς το λιμάνι και η περιοχή γύρω έλαμπε σαν ημέρα από τα φώτα που ήταν ανάμενα κανονικά, όπως και από δεκάδες φωτοβολίδες που κατέβαιναν αργά από τον ουρανό. Σχεδόν αμέσως, σμήνη αεροπλάνων άρχισαν να πετούν σε χαμηλό ύψος πάνω από τα πλοία και τις αποβάθρες, εξαπολύοντας εναντίον μας βροχή από βόμβες!… Στη κόλαση των εκρήξεων των φλογών και των καπνών που ακολούθησε, σύντομα προστέθηκε το ρυθμικός κροτάλισμα των αντιαεροπορικών πυροβόλων των 20mm που άρχισαν να βάλλουν από τα πλοία, όπως και οι δυνατότερες εκπυρσοκροτήσεις των Bofors των 40 mm και των βαρύτερων πυροβόλων των 4,7 in από τις πυροβολαρχίες στη στεριά. Στη παράφωνη συμφωνία αυτή, προστέθηκε και ένα από τα pom – pom του πλοίου μας, το παλαιό σκαρί του οποίου συγκλονίζοταν από τις βόμβες που εκρηγνύονταν μέσα στη θάλασσα. Έπειτα, καθώς προσπαθούσαμε να βρούμε καταφύγιο στο εσωτερικό του, μία τρομερή έκρηξη στο δεξιό εμπρόσθιο κατάστρωμα του “Vienna” τύλιξε το σκάφος μας με φλόγες και καπνούς…»
Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ
Στο μεταξύ, το υγροποιημένο αέριο της “μουστάρδας” συνέχισε να διαρρέει από το βυθιζόμενο Liberty “John Harvey” και να αναμιγνύεται στην επιφάνεια της θάλασσας με το παχύ στρώμα πετρελαίου, ανάμεσα στο οποίο κολυμπούσαν δεκάδες ναυαγοί από τα βομβαρδισμένα συμμαχικά πλοία. Όπως έγραψε στην αναφορά του ο υποπλοίαρχος Συρέτ, λίγο πριν από το τέλος της επιδρομής μία παράξενη “βροχή” άρχισε να πέφτει στο λιμάνι σκορπίζοντας τριγύρω μία έντονη οσμή. Η “βροχή” αυτή συνεχίστηκε έντονη για 2 – 3 λεπτά και σταμάτησε ξαφνικά όπως άρχισε. Στη πραγματικότητα επρόκειτο για υγροποιημένο δηλητηριώδες αέριο το οποίο αφού αιωρήθηκε για λίγο μετά την ανατίναξη του αμερικανικού Liberty, άρχισε να πέφτει και πάλι μολύνοντας τη περιοχή του λιμανιού και της πόλης! Συνεχίζοντας ανέφερε: «Στην ατμόσφαιρα η οποία ήταν βεβαρημένη από τους καπνούς και την έντονη θερμότητα από τις πυρκαγιές που μαίνονταν, υπήρχε μία οσμή που θύμιζε σκόρδο… Από παντού, ανάμεσα στις φλόγες των καιόμενων καυσίμων στη θάλασσα μέσα στο λιμάνι ακούγονταν τα ουρλιαχτά και οι εκκλήσεις για βοήθεια των ναυαγών από τα βυθισμένα πλοία. Για τη διάσωση τους, οργανώθηκαν βιαστικά ομάδες περισυλλογής με κάθε είδους διαθέσιμες λέμβους, ακόμα και μερικές τορπιλακάτους Vosper των στολίσκων μας. Σύντομα το εσωτερικό και τα καταστρώματα των ακάτων πλημμύρισαν από ναυαγούς κάθε εθνικότητας όπως Βρετανούς, Αμερικανούς, Νορβηγούς, Πολωνούς, Ιταλούς κ.λ.π. Οι άνδρες μου κι εγώ κάναμε ότι ήταν δυνατό για να τους απαλλάξουμε από τα βρεγμένα και ποτισμένα από το πετρέλαιο ρούχα που φορούσαν, όπως και να τους καθαρίσουμε και να περιδέσουμε τις πληγές τους…»
Την αυγή της επόμενης ημέρας, η περιοχή του Μπάρι εμφάνιζε εικόνα ολοκληρωτικής καταστροφής. Μεγάλα τμήματα της πόλης είχαν μετατραπεί σε ερείπια, ενώ στο λιμάνι εξακολουθούσαν να καίγονται με μανία συντρίμμια μισοβυθισμένων πλοίων, γεμίζοντας τον ουρανό με πυκνά σύννεφα καπνού. Οι πρώτοι υπολογισμοί ανέφεραν περισσότερους από 1.000 νεκρούς (πληρώματα πλοίων, στρατιωτικούς και πολίτες) από την επιδρομή και περίπου 800 τραυματίες. Οι περισσότεροι από τους τραυματίες είχαν περισυλλεγεί από τη θάλασσα και στάλθηκαν για περίθαλψη στα δύο Στρατιωτικά Νοσοκομεία (ένα του Βρετανικού και ένα του Νεοζηλανδικού Στρατού), τα οποία λειτουργούσαν στη περιοχή. Όμως για την ώρα, νοσηλευτές και τραυματίες δεν φαντάζονταν τη τρομερή κατάσταση που θα αντιμετώπιζαν σε λίγο! Το προσωπικό των νοσοκομείων εστίασε τη προσοχή του στους σοβαρά τραυματίες από τις εκρήξεις και τα εγκαύματα, αφήνοντας για αργότερα τους ελαφρύτερα πληγωμένους, ή άλλους ναυαγούς, οι οποίοι περίμεναν φέροντας τα μουσκεμένα από τα τοξικά χημικά και το πετρέλαιο ρούχα τους… Αν εγνώριζαν σε τι είχαν εκτεθεί, η αφαίρεση των μολυσμένων ενδυμάτων και ένα καλό λουτρό θα έσωζε απο πολλά δεινά αρκετούς από αυτούς!

Μέσα σε μερικές ώρες, τα πρώτα συμπτώματα δηλητηρίασης απο το αέριο της «Μουστάρδας» άρχισαν να εμφανίζονται σε τραυματίες, νοσηλευτές, ή απλούς επιζώντες της επιδρομής. Μέχρι το τέλος της ημέρας 628 από τα θύματα εμφάνισαν έντονο ερεθισμό της αναπνευστικής οδού, τύφλωση και εκτεταμένα δερματικά εγκαύματα. Η κατάσταση στα νοσοκομεία του Μπάρι χειροτέρευσε κατά πολύ, όταν άρχισαν να συρρέουν κατά εκατοντάδες Ιταλοί πολίτες της περιοχής, οι οποίοι είχαν μολυνθεί από το σύννεφο αερίων που είχε απλωθεί πάνω από την πόλη όταν ανατινάχτηκε το θανατηφόρο φορτίο του «John Harvey”, ζητώντας αγνωνιωδώς βοήθεια! Καθώς, η απόγνωση και αμηχανία των υπευθύνων των Στρατιωτικών Νοσοκομείων κλιμακώθηκαν, ελάχιστες πληροφορίες ως προς το τι προκάλεσε τα συμπτώματα αυτά ήταν διαθέσιμες αφού η Αμερικάνικη Στρατιωτική Διοίκηση Μεσογείου, επέμενε να κρατάει μυστικό την ύπαρξη πυρομαχικών χημικών αερίων στο φορτίο του Liberty Οι μόνοι ίσως από το πλήρωμα του “John Harvey” που θα μπορούσαν να εξηγήσουν τα αίτια, απλά είχαν σκοτωθεί από την ανατίναξη του πλοίου τους….
Έτσι, όταν διατυπώθηκαν εικασίες για χρησιμοποίηση βομβών χημικών αερίων από τους Γερμανούς κατά την αεροπορική επιδρομή στο Μπάρι, μία ανάλογη αναφορά στάλθηκε στο υποστράτηγο Φρεντ Μπλεσέ επικεφαλής του Υγειονομικού Σώματος του Αμερικανικού Στρατού στο Αλγέρι. Ο Μπλεσέ ανταποκρίθηκε άμεσα, στέλνοντας στο Μπάρι τον αντισυνταγματάρχη Στιούαρτ Φράνσις Αλεξάντερ, ο οποίος ήταν ειδικός στην περίθαλψη θυμάτων Χημικού Πολέμου, για να διερευνήσει την κατάσταση.
Τα συμπτώματα των θυμάτων που εξέτασε επί τόπου ο Αλεξάντερ , όπως και οι καταθέσεις που πήρε, τον οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι είχαν πιθανότατα εκτεθεί σε αέρια «Μουστάρδας». Χαρακτηριστική ήταν και η περίπτωση του αμερικανικού αντιτορπιλικού USS “Bistera”, το οποίο αμέσως μετά την επιδρομή έσπευσε στο λιμάνι του Μπάρι και το πληρωμά του συμμετείχε στη διάσωση μεγάλου αριθμού ναυαγών. Μετά τη μεταφορά στη ξηρά των διασωθέντων , το σκάφος απέπλευσε. Το ίδιο βράδυ, το μεγαλύτερο μέρος των ανδρών του πληρώματος του εμφάνισε συμπτώματα τύφλωσης, έντονο ερεθισμό του αναπνευστικού και δερματικά εγκαύματα! Το “Bistera” στη συνέχεια κατόρθωσε με μεγάλη δυσκολία να καταπλεύσει στον Τάραντα….
Οι υποψίες του αντισυνταγματάρχη Αλεξάντερ έγιναν βεβαιότητα, όταν μέσα στο λιμάνι βρέθηκαν τα θραύσματα μίας αμερικάνικης βόμβας χημικών αερίων τύπου Μ47Α1. Οι ένοχοι είχαν πλέον αποκαλυφθεί!
Επιμένοντας για να βρεθεί ποιό από τα βυθισμένα συμμαχικά πλοία στο λιμάνι μετέφερε το θανατηφόρο αυτό φορτίο, οι αξιωματικοί του Υγειονομικού ερεύνησαν ανάμεσα στους επιζώντες των πληρωμάτων και ανακάλυψαν ότι τα περισσότερα θύματα με έντονα συμπτωματα δηλητηρίασης ανήκαν στους άνδρες σκαφών που ήταν ελιμενισμένα γύρω από το “John Harvey”. Σαν επαλήθευση στο συμπέρασμα αυτό οι βρετανικές λιμενικές αρχές, παραδέχτηκαν τελικά ότι υπήρχαν πληροφορίες ότι σε ένα μέρος του φορτίου του ανατιναγμένου Liberty, περιλαμβάνονταν χημικά όπλα ….
Στη συνέχεια ο Αλεξάντερ υπέβαλε μία αναφορά με όλα τα σχετικά στοιχεία στον Ανώτατο Διοικητή Συμμαχικών Δυνάμεων στρατηγό Ντουαϊτ Αϊζενχάουερ.
ΤΟ ΘΑΝΑΣΙΜΟ ΜΥΣΤΙΚΟ
Όμως, παρά την αποκάλυψη αυτή, οι Σύμμαχοι επέλεξαν να κρατήσουν μυστικό το τι πραγματικά συνέβη κατά την επιδρομή της Luftwaffe. Ο αμερικανικός και βρετανικός λαός ενημερώθηκαν από τους πολεμικούς ανταποκριτές για τη γερμανική αεροπορική επίθεση στο Μπάρι, αλλά όχι για το γεγονός ότι τα περισσότερα από τα θύματα που προκλήθηκαν, προσβλήθηκαν από τη διασπορά των χημικών αερίων. Ιδιαίτερα αρνητικός με τη δημοσιοποίηση των αληθινών αιτίων της τραγωδίας, ήταν ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουϊνστον Τσώρτσιλ, ο οποίος έδωσε εντολή να καταχωρηθούν όλες οι απώλειες σαν «Εγκαύματα λόγω της επίθεσης του εχθρού» (“Burns due to enemy action”)!
Ακόμα και αρκετά χρόνια μετά τη λήξη του Β’ΠΠ το ευρύ κοινό, και όσα από τα θύματα της καταστροφής επέζησαν, δεν γνώριζαν ακριβώς τι συνέβει τη νύκτα της 2ας Δεκεμβρίου 1943. Οι Αμερικανοί διατήρησαν άκρα μυστικότητα για το γεγονός μέχρι το 1967, ενώ η βρετανική κυβέρνηση παραδέχθηκε μόλις το 1986, ότι τα θύματα της αεροπορικής επιδρομής στο Μπάρι είχαν εκτεθεί σε δηλητηριώδη χημικά αέρια και έδωσε κατόπιν αυτού αντίστοιχες οικονομικές αποζημιώσεις στους επιζώντες πολίτες της!…
Εκτός από τους εκατοντάδες θανάτους και τα πολυάριθμα θύματα που συσσώρευσε αυτή η επιδρομή, η επίθεση στο λιμάνι του Μπάρι αποτέλεσε και μία στρατηγική επιτυχία για τη Luftwaffe: Λόγω των ναυαγισμένων συμμαχικών πλοίων και τη καταστροφή των εγκαταστάσεων, το λιμάνι παρέμεινε εκτός λειτουργίας για εβδομάδες. Στις αρχές Ιανουαρίου 1944 η αμερικανική 5η Στρατιά του στρατηγού Κλάρκ εξαπέλυσε σε συνδιασμό με την αποβατική προσπάθεια στο Άντζιο, μία επίθεση εναντίον των γερμανικών θέσεων στη κεντρική Ιταλία. Μονάδες του Αμερικανικού Στρατού διέβησαν μαχόμενες σκληρά το ποταμό Ράπιντο και εγκατέστησαν προγεφυρώματα. Όμως, στη συνέχεια λόγω έλλειψης εφοδίων και κάτω από τη πίεση της γερμανικής αντεπίθεσης, αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν. Επίσημα, οι Αμερικανοί ισχυρίστηκαν σαν κύριο αίτιο τη διακοπή των γραμμών εφοδιασμού λόγω των κακών καιρικών συνθηκών, αλλά στη πραγματικότητα αυτό οφειλόταν στο κλείσιμο του λιμανιού στο Μπάρι.
Αντίστοιχα επιπτώσεις και καθυστέρηση της εκτέλεσης συνδιασμένης δράσης με την 8η Αεροπορική Δύναμη, είχε και η 15η Αεροπορική Δύναμη από τα αεροδρόμια της Φότζια. Η κανονική ροή εφοδίων, πυρομαχικών και καυσίμων προς τα αεροδρόμια της USAAF στη περιοχή, αποκαταστάθηκε μόλις μετά το τέλος Φεβρουαρίου 1944.
Τέλος, η επιδρομή στο Μπάρι αποτέλεσε ένα από τα ελάχιστα περιστατικά πρόκλησης εκατοντάδων θυμάτων από δηλητηριώδη “πολεμικά αέρια”, που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια του Β’ΠΠ. Επρόκειτο για μία τραγωδία, οι συνέπειες της οποίας επιδεινώθηκαν δραματικά, λόγω της μυστικότητας που τήρησαν οι συμμαχικές στρατιωτικές αρχές αμέσως μετά…