Το άρθρο που ακολουθεί πρωτοδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του US Naval Institute. Η μετάφραση και επιμέλεια έγινε από τον Ιωάννη Γεωργιάδη.
Η Συντακτική Ομάδα
Εισαγωγή από τον επιμελητή του κειμένου:
Μετά την αιφνίδια παράδοση της Ιαπωνίας τον Σεπτέμβριο του 1945, η “Επιχείρηση Magic Carpet” του Αμερικανικού Ναυτικού αποτέλεσε τη μεγαλύτερη επιχείρηση επαναπατρισμού στην ιστορία. Μέσα σε έναν χρόνο, περισσότερα από “3,1 εκατομμύρια Αμερικανοί στρατιώτες” μεταφέρθηκαν από τον Ειρηνικό πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η επιχείρηση ξεκίνησε αμέσως μετά την τελετή παράδοσης στο “USS Missouri” και οργανώθηκε από τον υποναύαρχο Χένρι Σ. Κένταλ. Στόλος εκατοντάδων πλοίων— αεροπλανοφόρα, θωρηκτά, καταδρομικά, νοσοκομειακά και μετασκευασμένα μεταγωγικά —τροποποιήθηκε για να μεταφέρει τεράστιους αριθμούς στρατιωτών.
Η «τυραννία της απόστασης» στον Ειρηνικό, η τεράστια διασπορά στρατευμάτων και το σύστημα μορίων για την αποστράτευση προκάλεσαν αγωνία και συχνά απογοήτευση στους άνδρες που περίμεναν τη σειρά τους. Παρά τις καθυστερήσεις και κάποιες διαμαρτυρίες, η επιχείρηση προχώρησε με επιτυχία.
Τελικά, η “Magic Carpet” δεν ήταν μόνο μια ναυτική πρόκληση – μια μεγάλη επιχείρηση Logistics, αλλά και ένα ανθρώπινο επίτευγμα: Έφερε εκατομμύρια κουρασμένους πολεμιστές ξανά στο σπίτι τους, σηματοδοτώντας την οριστική λήξη του πολέμου και την αρχή της ειρήνης για τις οικογένειές τους.
Ο Σεπτέμβριος του 1945 δεν σήμανε απλώς το τέλος ενός πολέμου που αιματοκύλησε τον κόσμο, αλλά και την αρχή μιας γιγαντιαίας επιχείρησης επιστροφής. Εκατομμύρια Αμερικανοί στρατιώτες, διασκορπισμένοι σε όλο τον απέραντο Ειρηνικό, περίμεναν με λαχτάρα το ταξίδι επιστροφής στην πατρίδα.
Η “Επιχείρηση Magic Carpet” υπήρξε το μέσο που έκανε το όνειρο πραγματικότητα. Στόλος εκατοντάδων πολεμικών και μετασκευασμένων πλοίων μετατράπηκε σε «πλωτές γέφυρες» που, κουβαλώντας κουρασμένους πολεμιστές, ένωναν τα μακρινά νησιά με τις ακτές της Αμερικής. Η απόσταση, η κούραση, οι καθυστερήσεις και το περίπλοκο σύστημα προτεραιοτήτων δοκίμασαν την υπομονή χιλιάδων ανδρών· όμως η ελπίδα να ξαναδούν την πατρίδα τους ήταν δυνατότερη από κάθε εμπόδιο.
Η ιστορία της “Magic Carpet” είναι περισσότερο από ένα ναυτικό κατόρθωμα. Είναι η ιστορία της λύτρωσης μετά την κόλαση, της προσμονής που έγινε ανακούφιση και της επιστροφής εκατομμυρίων ανθρώπων στις οικογένειές τους—ένα αληθινό «ταξίδι προς το σπίτι».
Ιωάννης Γεωργιάδης
Γράφει ο Ed Offley
Ο στόλος που τους έφερε σπίτι
Στο πλαίσιο της μεταπολεμικής Επιχείρησης Magic Carpet, το Αμερικανικό Ναυτικό μετέφερε εκατομμύρια στρατιώτες πίσω στην πατρίδα από το θέατρο επιχειρήσεων του Ειρηνικού.
Πριν από ογδόντα χρόνια, στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, η παράδοση της Ιαπωνίας δεν σήμανε απλώς το αιφνίδιο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Προκάλεσε επίσης μια τεράστια ναυτική επιχείρηση μεταφοράς, κατά την οποία μέσα σε δώδεκα μήνες περισσότεροι από 3,1 εκατομμύρια στρατιώτες επέστρεφαν από κάθε γωνιά του Ειρηνικού.
Για να εκτιμήσει κανείς πλήρως τον αντίκτυπο εκείνου του λυτρωτικού γεγονότος, πρέπει να γυρίσει πίσω στη Δευτέρα 6 Αυγούστου, 27 μέρες νωρίτερα. Ο πόλεμος στον Ειρηνικό έμοιαζε να μην τελειώνει ποτέ—και στην πραγματικότητα βρισκόταν προ των πυλών μιας δέκα φορές πιο θανατηφόρας κλιμάκωσης.

Στη Δευτέρα εκείνη, όσοι Αμερικανοί είχαν επιβιώσει από τη Μάχη της Οκινάουα δεν γιόρταζαν την ολοκληρωτική ήττα των Ιαπώνων επτά εβδομάδες νωρίτερα. Ήταν ακόμη συγκλονισμένοι από τη φρίκη που είχαν προκαλέσει και ταυτόχρονα υποστεί. Για 82 μέρες χωρίς διακοπή, η Οκινάουα—ένα νησί που καλύπτει το ένα τρίτο της έκτασης του Ρόντ Άιλαντ—σφυροκοπήθηκε από καταιγισμό βομβών, οβίδων πυροβολικού και πυρών ελαφρού οπλισμού. Η θύελλα από ατσάλι μετέτρεψε τα κτίρια σε ερείπια και άφησε τους λόφους και τα χωράφια της σε μια δύσοσμη μάζα από λάσπη, συντρίμμια και άταφους νεκρούς. (Δες “Okinawa and the Triumph of American Naval Power in the Pacific”)
Οι απώλειες και από τις δύο πλευρές υπήρξαν τρομακτικές. Συνολικά, σχεδόν 250.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν στη μάχη, μεταξύ αυτών 12.520 Αμερικανοί στρατιώτες, 110.000 Ιάπωνες και επιστρατευμένοι, καθώς και πάνω από 100.000 άμαχοι που βρέθηκαν στη μέση της σφαγής. Οι αμερικανικές απώλειες ήταν οι βαρύτερες που είχε γνωρίσει η χώρα σε οποιοδήποτε μέτωπο έως τότε. Η 1η και η 6η Μεραρχία Πεζοναυτών—που σήκωσαν το κύριο βάρος της μάχης μαζί με τέσσερις μεραρχίες του Στρατού—κατέστησαν επιχειρησιακά ανίκανες μετά από 38.970 απώλειες, εκ των οποίων 7.163 νεκροί και 31.807 τραυματίες. Στη θάλασσα, το Ναυτικό υπέστη τις χειρότερες απώλειές του σε όλο τον πόλεμο: 4.022 ναύτες σκοτώθηκαν, 5.985 τραυματίστηκαν, 36 πλοία βυθίστηκαν και άλλα 368 υπέστησαν ζημιές.
«Κανείς δεν βγήκε αλώβητος», θυμόταν ο Γιουτζίν Μπ. Σλετζ, που υπηρέτησε ως δεκανέας στην 1η Μεραρχία Πεζοναυτών και βίωσε τις σφοδρότερες μάχες. Η μονάδα του, ο Λόχος Κ της 3ης Επιλαρχίας του 5ου Συντάγματος Πεζοναυτών, αποβιβάστηκε στην παραλία Χαγκούσι, κοντά στην πρωτεύουσα Νάχα, με δύναμη 325 ανδρών την 1η Απριλίου. Όταν οι μάχες τελείωσαν στις 22 Ιουνίου, είχαν απομείνει μόνο 50, εκ των οποίων μόλις 26 ήταν από τους αρχικούς που είχαν αποβιβαστεί.
Κι όμως, εκείνο το πρωινό, δεν ήταν οι αναμνήσεις της φρίκης που μόλις είχε λήξει αυτές που βασάνιζαν τα εκατομμύρια των Αμερικανών στρατιωτών που περιπολούσαν ακόμη στη Χερσόνησο Ορόκου, στα πλοία στα ανοιχτά ή σε απομακρυσμένες βάσεις σε όλο τον Ειρηνικό. Ένα ακόμη πιο εφιαλτικό σενάριο τούς απασχολούσε: η προετοιμασία για την “Επιχείρηση Downfall”, την επερχόμενη εισβολή στα ιαπωνικά νησιά. Μια επιχείρηση που προμήνυε βέβαιο θάνατο.
Οι στρατιωτικοί σχεδιαστές οργάνωναν την επίθεση σε δύο φάσεις. Η πρώτη, η “Επιχείρηση Olympic”, προέβλεπε μια τεράστια αμφίβια εισβολή στην Κιουσού, το νοτιότερο από τα ιαπωνικά νησιά, προγραμματισμένη για την 1η Νοεμβρίου—σε μόλις 11 εβδομάδες. Η δεύτερη, η “Επιχείρηση Coronet”, θα αφορούσε την εισβολή στην Χονσού, με στόχο την περιοχή του Τόκιο. Αυτή θα ξεπερνούσε σε μέγεθος και φονικότητα ακόμη και την Κιουσού. Οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων σχεδίαζαν απόβαση στον Κόλπο του Τόκιο και κατάληψη της πεδιάδας Καντό από την 1η Μαρτίου 1946.
Συνολικά, η Επιχείριση Downfall θα περιλάμβανε και τις έξι μεραρχίες Πεζοναυτών, 19 μεραρχίες Στρατού και έναν στόλο που θα συγκροτούνταν από το 90% των πολεμικών πλοίων του Ναυτικού. Έξι μεραρχίες από την Ευρώπη είχαν ήδη εντολή να μεταφερθούν στον Ειρηνικό, ενώ άλλες επτά είχαν τεθεί ως εφεδρεία. Σχεδόν 700.000 Αμερικανοί στρατιώτες θα συμμετείχαν στην εισβολή, με άλλους 872.000 από την Ευρώπη να ακολουθούν. 3
Οι προκαταρκτικές συγκρούσεις για την “Olympic” είχαν ήδη ξεκινήσει. Η Δύναμη Κρούσης 38 του ναυάρχου Ουίλιαμ «Μπουλ» Χάλσεϊ, με 17 αεροπλανοφόρα, 8 θωρηκτά, 20 καταδρομικά και 75 αντιτορπιλικά, έπληττε στόχους στην Χονσού με αεροπορικές και ναυτικές επιθέσεις. Ταυτόχρονα, τα βαριά βομβαρδιστικά Β-29 της 21ης Διοίκησης Βομβαρδιστικών πραγματοποιούσαν επιδρομές που, μέχρι τις αρχές Αυγούστου, είχαν καταστρέφει 58 ιαπωνικές πόλεις και δεκάδες βιομηχανίες όπλων, με πάνω από 500.000 στρατιώτες και πολίτες νεκρούς.4
Οι προβλέψεις των Αμερικανών αξιωματούχων, με βάση τις αιματηρές εμπειρίες από Σαϊπάν, Πελελίου, Ίβο Τζίμα και Οκινάουα, έδειχναν ότι η κατάληψη της Κιουσού και της Χονσού θα ξεπερνούσε όλες τις προηγούμενες μάχες σε κόστος και αίμα. Οι υπολογισμοί μιλούσαν για απώλειες από 193.000 – στην καλύτερη περίπτωση, αν η Ιαπωνία παραδινόταν μετά την κατάληψη της Κιουσού – μέχρι 545.500, εκ των οποίων 111.000 νεκροί Αμερικανοί. 5
Ακόμη χειρότερα, ένα μυστικό σχέδιο βρισκόταν σε εξέλιξη. Και οι δύο πλευρές προετοίμαζαν χρήση χημικών όπλων αν η κατάσταση γινόταν απελπιστική. Ο στρατηγός Ντάγκλας ΜακΑρθουρ είχε αρχίσει να μεταφέρει αποθέματα χημικών—κυανιούχου χλωρίου και αερίου μουστάρδας—από αποθήκες στην Αυστραλία στη Λουζόν, για πιθανή χρήση στην Olympic. Από την άλλη, η Ιαπωνία είχε ήδη κατασκευάσει 7 εκατομμύρια χημικά πυρομαχικά από το 1939 και σχεδίαζε να τα χρησιμοποιήσει στις ακτές της Κιουσού.6
Για τους Πεζοναύτες που είχαν επιβιώσει από το Ίβο Τζίμα και την Οκινάουα, η προοπτική μιας νέας απόβασης στα ιαπωνικά νησιά φάνταζε εφιαλτική. Ο Σλετζ θυμόταν αργότερα ότι, στις ενημερώσεις της μονάδας του για την αποστολή στην “Coronet”—την κατάληψη της βάσης του Αυτοκρατορικού Ναυτικού στη Γιοκοσούκα—οι αξιωματικοί προειδοποιούσαν για ισχυρά οχυρωμένες παραλίες, σπηλιές, τούνελ και σμήνη από ιαπωνικές τορπιλακάτους αυτοκτονίας. Ελάχιστοι Πεζοναύτες από τα πρώτα κύματα θα έφταναν ζωντανοί στην ακτή. «Η μονάδα μου ήταν προγραμματισμένη να αποβιβαστεί στο πρώτο και δεύτερο κύμα», είπε.7
Κι έπειτα ήρθε η θαυμαστή λύτρωση.
Ένα Εκπληκτικό Νέο
Θεατές και φωτογράφοι συνωστίζονται στην υπερκατασκευή του USS Missouri για να παρακολουθήσουν την επίσημη τελετή που σηματοδότησε την παράδοση της Ιαπωνίας, στις 2 Σεπτεμβρίου 1945. Σχεδόν το ένα πέμπτο ολόκληρου του Πολεμικού Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών βρισκόταν στον Ειρηνικό, και η επιστροφή όλων στην πατρίδα επρόκειτο να αποτελέσει ένα τεράστιο εγχείρημα. Εθνικά Αρχεία
Αργά το απόγευμα της 6ης Αυγούστου, η είδηση διαδόθηκε σαν πυρκαγιά σε ολόκληρο τον Ειρηνικό: Ένα βομβαρδιστικό Β-29 από το νησί Τινιάν είχε ρίξει μία μόνο βόμβα που ισοπέδωσε ολόκληρη πόλη.
Στις 08:15 εκείνο το πρωί, η ατομική βόμβα «Little Boy» εξερράγη σε ύψος 600 μέτρων πάνω από τη Χιροσίμα. Όπως και η ίδια της η ύπαρξη, έτσι και οι φρικτές συνέπειες της έκρηξης παρέμειναν επτασφράγιστο μυστικό για περισσότερο από έναν χρόνο. Η δήλωση του προέδρου Τρούμαν ήταν λακωνική: «Η δύναμη από την οποία αντλεί την ισχύ του ο ήλιος απελευθερώθηκε ενάντια σε εκείνους που έφεραν τον πόλεμο στην Άπω Ανατολή».
Κι όμως, για τους 4 εκατομμύρια Αμερικανούς στρατιώτες που ετοιμάζονταν για την απόβαση στην Κιουσού και τη Χονσού, η ανακοίνωση έφερε κάτι που πολλοί είχαν πάψει να τολμούν να ελπίζουν: ελπίδα.
«Λάβαμε την είδηση με μια σιωπηλή δυσπιστία, αναμεμειγμένη με μια απερίγραπτη αίσθηση ανακούφισης», θυμόταν ο Σλετζ. «Πιστεύαμε πως οι Ιάπωνες δεν θα παραδίνονταν ποτέ».
Η “Δύναμη Κρούσης 38” έπλεε περίπου 100 μιλιά νοτιοανατολικά του Κόλπου του Τόκιο το ξημέρωμα της Τετάρτης, 15 Αυγούστου, όταν ένας ασυρματιστής στο θωρηκτό “USS Missouri (ΒΒ-63)” αποκρυπτογράφησε ένα σύντομο μήνυμα του αρχηγού του Στόλου Ειρηνικού, ναυάρχου Τσέστερ Νίμιτς: «Αναστέλλονται οι αεροπορικές επιθέσεις». Όταν ο αγγελιοφόρος το παρέδωσε στον Χάλσεϊ, ένας ιστορικός κατέγραψε ότι ο τραχύς ναύαρχος «αναφώνησε με χαρά». 8
Η δυσπιστία διαδέχτηκε ένας απερίγραπτος ενθουσιασμός που πλημμύρισε κάθε ναύτη, πεζοναύτη, στρατιώτη και αεροπόρο στον Ειρηνικό και πέρα από αυτόν. Αναρρώνοντας σε νοσοκομείο του Σαν Φρανσίσκο από τραύμα οβίδας στην Οκινάουα που λίγο έλειψε να τον σκοτώσει, ο λοχίας των Πεζοναυτών Ουίλιαμ Μάντσεστερ θα θυμόταν αργότερα την αντίδρασή του: «Σκέφτεσαι τις ζωές που θα χάνονταν σε μια εισβολή στα ιαπωνικά νησιά . . . και ευχαριστείς τον Θεό για την ατομική βόμβα».9
Στο θωρηκτό “USS Nevada (ΒΒ-36)”, ο ναύτης Ντικ Ράμσεϊ και οι υπόλοιποι 2.200 άνδρες του πληρώματος έμειναν το ίδιο έκπληκτοι από την ανακοίνωση. Βετεράνος των επιχειρήσεων στις Αλεούτιες, στη Νορμανδία, στο Ίβο Τζίμα και στην Οκινάουα, το πλοίο είχε αναλάβει αποστολή υποστήριξης πυρών για την προγραμματισμένη απόβαση στην Κιουσού.
To “Nevada” κατευθυνόταν από την Οκινάουα στον Κόλπο Λέιτε όταν ήρθε η είδηση. «Θυμάμαι ξεκάθαρα», είπε ο Ράμσεϊ χρόνια αργότερα. «Η μπάντα του πλοίου έπαιξε, χορέψαμε στο κατάστρωμα, γελάσαμε και ζητωκραυγάσαμε μέχρι να βραχνιάσουμε. Κάποιοι προσευχηθήκαμε με ευγνωμοσύνη. Ο πόλεμός μας είχε τελειώσει».10
Ο Πολ Φάσελ ήταν τότε 21 ετών, υπολοχαγός του Στρατού, βετεράνος της ευρωπαϊκής εκστρατείας με την 45η Μεραρχία Πεζικού, έτοιμος να μεταφερθεί στον Ειρηνικό για την Επιχείρηση “Coronet”, όταν έφτασε το ανακοινωθέν. Θυμόταν αργότερα:
«Όταν μάθαμε με κατάπληξη ότι δεν θα χρειαζόταν σε λίγους μήνες να ορμίσουμε στις ακτές κοντά στο Τόκιο, βάλλοντας ενώ μας θέριζαν πολυβόλα, όλμοι και πυροβολικό, τότε, παρά το σκληρό μας προσωπείο, λυγίσαμε και κλάψαμε από ανακούφιση και χαρά. Θα ζούσαμε».11
Χρειάστηκαν εννέα μέρες μετά τη Χιροσίμα—μεταξύ αυτών και μια δεύτερη ατομική βόμβα στο Ναγκασάκι, η είσοδος της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο και ακόμη μια μαζική αεροπορική επιδρομή στο Τόκιο—για να υποχωρήσει τελικά η αδιάλλακτη ιαπωνική ηγεσία μπροστά στην απόφαση του Αυτοκράτορα Χιροχίτο να αποδεχθεί τη Διακήρυξη του Πότσνταμ και να συναινέσει στην παράδοση.
Δεκαοκτώ μέρες αργότερα, ο πόλεμος στον Ειρηνικό είχε τελειώσει.
Ο Αγώνας για Πλοία
Με μια ειλικρίνεια σπάνια για ανώτατο αξιωματικό, ο αρχηγός του Αμερικανικού Ναυτικού περιέγραφε το δίλημμα που αντιμετώπιζαν οι Ένοπλες Δυνάμεις μόλις καταλάγιασε ο ενθουσιασμός για την παράδοση της Ιαπωνίας. «Το έθνος μπορεί να είναι ευγνώμον που η ασταμάτητη ενίσχυση της ισχύος μας στον Ειρηνικό τερμάτισε τον πόλεμο το 1945», σημείωσε ο ναύαρχος Έρνεστ Τζ. Κινγκ σε μια μεταπολεμική έκθεση. Ωστόσο πρόσθεσε:
«Το τέλος του πολέμου ήρθε νωρίτερα απ’ όσο τολμούσαμε να ελπίζουμε. Ακόμη και τον Αύγουστο του 1943, στρατηγικές μελέτες Βρετανών και Αμερικανών σχεδιαστών προέβλεπαν ότι ο πόλεμος με την Ιαπωνία θα συνεχιζόταν πολύ μετά το 1947. Ακόμη και τα τελευταία σχέδια βασίζονταν στην εκτίμηση ότι θα κρατούσε έναν χρόνο μετά την πτώση της Γερμανίας [στις 8 Μαΐου 1945]».12
Το Ναυτικό είχε περιορισμένο ρόλο στην επιστροφή στρατευμάτων από το ευρωπαϊκό μέτωπο, καθώς το 90% των πλοίων του ήταν ακόμη δεσμευμένο στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας. Μετά την παράδοση της Γερμανίας, τον κύριο όγκο του έργου ανέλαβαν ο Στρατός και το Εμπορικό Ναυτικό, χρησιμοποιώντας εμπορικά πλοία και μετασκευασμένα επιβατικά. Στον Ειρηνικό όμως, η “Επιχείρηση Magic Carpet” θα ήταν αποκλειστικά υπόθεση του Ναυτικού.
Δύο μέρες μετά την τελετή παράδοσης στο “Missouri”, ο Νίμιτς όρισε έναν από τους διοικητές αεροπλανοφόρων του επικεφαλής της επιχείρησης. Ο υποναύαρχος Χένρι Σ. Κένταλ, 49 ετών, είχε αποφοιτήσει από τη Ναυτική Ακαδημία το 1918 και έγινε αεροπόρος τέσσερα χρόνια αργότερα. Ως κυβερνήτης του “USS Curtiss (AV-4)” στο Περλ Χάρμπορ, κατάφερε να αποπλεύσει εν μέσω της ιαπωνικής επίθεσης και του αποδόθηκαν εύσημα για την κατάρριψη ενός πολεμικού αεροσκάφους που συνετρίβη τελικά πάνω στο πλοίο, σκοτώνοντας 19 μέλη του πληρώματος.13

Ο Κένταλ και το επιτελείο του πέταξαν από το Γκουάμ στο Περλ Χάρμπορ και ξεκίνησαν επιχειρήσεις έξι μέρες αργότερα. Στην πραγματικότητα, η νέα διοίκηση, η “Task Group 16.12”, είχε ήδη αρχίσει από την προηγούμενη μέρα, όταν το αεροπλανοφόρο “USS Saratoga (CV-3)” απέπλευσε στις 9 Σεπτεμβρίου με 3.712 στρατιώτες για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το πλοίο αυτό θα έκανε πολλά δρομολόγια μεταξύ Χαβάης και ηπειρωτικής χώρας, μεταφέροντας συνολικά 29.204 στρατιώτες στην πατρίδα.
Καθώς οι επιχειρήσεις επεκτείνονταν, η επιχείρηση “Magic Carpet” μεγάλωνε διαρκώς. Στις 15 Δεκεμβρίου 1945, ο Κένταλ είχε υπό τις διαταγές του 369 πλοία, αριθμός που ξεπερνούσε κατά πολύ τις δυνάμεις του ναυάρχου Σπρουάνς στη Μάχη της Θάλασσας των Φιλιππίνων (139 πλοία), του υποναυάρχου Όλντεντορφ στη Στενωπό Σουριγκάο (81) και του ναυάρχου Χάλσεϊ (3ος στόλος) στο ακρωτήριο Ενγκανό (65). ανοικτά της Luson14
Στο απόγειό της, τον Δεκέμβριο του 1945, η αρμάδα του επαναπατρισμού περιλάμβανε 7 μεγάλα αεροπλανοφόρα, 50 ελαφρά και συνοδευτικά, 6 θωρηκτά, 18 καταδρομικά και 10 νοσοκομειακά πλοία. Τα υπόλοιπα 282 ήταν μετασκευασμένα μεταγωγικά και βοηθητικά σκάφη. Τα μεγάλα αεροπλανοφόρα μπορούσαν να μεταφέρουν έως και 8.000 επιβάτες σε κάθε δρομολόγιο.
Για να φιλοξενήσουν από μερικές εκατοντάδες έως και χιλιάδες επιβάτες, τα πλοία της “Magic Carpet” υπέστησαν εκτεταμένες μετασκευές: προστέθηκαν κουκέτες, επεκτάθηκαν οι τουαλετικές εγκαταστάσεις και οι κουζίνες, ενώ τοποθετήθηκαν αθλητικά όργανα, επιτραπέζια παιχνίδια και μικρά καταστήματα.
Ο ναύτης Γκλεν Ερλ Μπάσετ, πλήρωμα του αεροπλανοφόρου “USS Monterey (CVL-26)”, θυμόταν πώς οι τεχνίτες στο ναυπηγείο του Μπρούκλιν «τοποθέτησαν κουκέτες πέντε σειρών στο κατάστρωμα του υπόστεγου αεροσκαφών και έβαλαν ένα ατσάλινο κάλυμμα από πάνω, όπου οι στρατιώτες αποθήκευαν τον εξοπλισμό τους».15
Μεταξύ των πολεμικών πλοίων που μετατράπηκαν βιαστικά σε μεταγωγικά υπήρχαν τόσο ένδοξοι βετεράνοι του πολέμου στον Ειρηνικό όσο και ολοκαίνουργια σκάφη που δεν είχαν προλάβει να πολεμήσουν. Το θωρηκτό “USS West Virginia (ΒΒ-48)”, που είχε βυθιστεί στο Περλ Χάρμπορ ύστερα από οκτώ τορπιλισμούς, επισκευάστηκε και εκσυγχρονίστηκε και επέστρεψε το 1944. Συμμετείχε στη ναυμαχία της Στενωπού Σουριγκάο, όπου τα πυρά του έπληξαν το ιαπωνικό θωρηκτό “Yamashiro”, στην τελευταία ναυμαχία θωρηκτών της ιστορίας. Το ίδιο πλοίο βομβάρδισε το Ίβο Τζίμα και την Οκινάουα και παρευρέθηκε στην παράδοση στον Κόλπο του Τόκιο στις 2 Σεπτεμβρίου.
Δώδεκα μέρες αργότερα, εντάχθηκε στην “Magic Carpet”. Το πρώτο του ταξίδι ήταν μάλλον σεμνό: μόλις 270 στρατιώτες επέστρεψαν με αυτό στο Σαν Ντιέγκο. Ακολούθησαν τρία ακόμη δρομολόγια Χαβάη-Καλιφόρνια πριν το πλοίο αποσυρθεί για παροπλισμό.
Αντίθετα, το αεροπλανοφόρο κλάσης Essex “USS Lake Champlain (CV-39)” εντάχθηκε στην επιχείρηση μόλις τρεις μήνες μετά την καθέλκυσή του, στις 3 Ιουνίου 1945.16
Η Τυραννία της Απόστασης

Η βασική πρόκληση της επιχείρησης ήταν η ίδια η «τυραννία της απόστασης» στον απέραντο Ειρηνικό. Μετά από τρία χρόνια ανάπτυξης και δεκάδες μεγάλες μάχες, περισσότεροι από 3,1 εκατομμύρια Αμερικανοί στρατιώτες ήταν διασκορπισμένοι από τις Αλεούτιες μέχρι την Αυστραλία και από το Μίντγουεϊ ως τις Μαριάνες. Τεράστιες βάσεις υποστήριξης είχαν δημιουργηθεί στο Εσπιρίτου Σάντο, στα Νέα Εβρίδια· στο Μόνους, στα νησιά του Ναυάρχου·στο Απρα, στο Γκουάμ· στο Λέιτε, στις Φιλιππίνες· και στην Οκινάουα. Σχεδόν το ένα πέμπτο του συνολικού προσωπικού του Ναυτικού—πάνω από 500.000 άνδρες, ανάμεσά τους και 200.000 Seabees—είχε τοποθετηθεί σε αυτό το απέραντο δίκτυο βάσεων.17
Ο Κένταλ και το επιτελείο του όρισαν τρεις βασικές περιοχές συγκέντρωσης για την επιβίβαση: την Οκινάουα και την Ιαπωνία, τις Φιλιππίνες και τις Μαριάνες. Σε κάθε μία διατέθηκε περίπου το 30% της μεταφορικής δυνατότητας, ενώ το υπόλοιπο 10% κατανεμήθηκε σε άλλα σημεία, όπως η Χαβάη, τα νησιά Μάρσαλ και Γκίλμπερτ, ο Νότιος Ειρηνικός, η Κορέα και η Κίνα. Μεταξύ Νοεμβρίου και Ιανουαρίου, τα πλοία της “Magic Carpet” μοιράζονταν σε «μπλοκ» που έδιναν προτεραιότητα είτε στους στρατιώτες του Στρατού είτε σε εκείνους του Ναυτικού και των Πεζοναυτών.
Κατά τις τέσσερις πρώτες εβδομάδες, τα πλοία μετέφεραν 259.856 στρατιώτες και πολίτες στην πατρίδα. Ο όγκος αυξανόταν διαρκώς: 446.715 τον Οκτώβριο, 574.069 τον Νοέμβριο, φτάνοντας στο αποκορύφωμα τον Δεκέμβριο με 695.486. Στους τρεις πρώτους μήνες του 1946 ο ρυθμός μειώθηκε: 601.561 τον Ιανουάριο, 401.753 τον Φεβρουάριο και 143.954 τον Μάρτιο. Μετά τη διάλυση της Δύναμης Κρούσης 16.12 στις 15 Μαρτίου 1946, τα 23 πλοία που παρέμεναν στην αποστολή τέθηκαν υπό τον υποναύαρχο Όσκαρ Σ. Μπάντζερ.
Τους έξι επόμενους μήνες, ο μειωμένος στόλος του επαναπατρισμού έφερε ακόμη 127.233 στρατιώτες και πολίτες πίσω στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η αναμονή ήταν το δυσκολότερο κομμάτι
Μάταια θα έψαχνε κανείς στα αρχεία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου για επικρίσεις εναντίον του στόλου της “Magic Carpet” από όσους επέστρεψαν μ’ αυτόν στην πατρίδα. Είτε στοιβαγμένοι σε ένα αεροπλανοφόρο μαζί με χιλιάδες συμπολεμιστές είτε υπομένοντας την ασταμάτητη ταλάντευση ενός LST, όλοι είχαν συνείδηση της ουσίας: το πλοίο τους πήγαινε σπίτι.
Στην τελική του αναφορά, ο Κένταλ αναγνώρισε τη θετική ανταπόκριση: «Συχνές, αβίαστες δηλώσεις επιβατών μαρτυρούν την ευρηματικότητα και το ενδιαφέρον των κυβερνητών των πλοίων της Magic Carpet για την άνεση των επιβατών», έγραψε. «Ιδιαίτερα αξιόλογες ήταν οι πολλές επιστολές ευγνωμοσύνης από στρατιώτες κάθε βαθμού».20
Ωστόσο, με τα όπλα επιτέλους σιωπηλά έπειτα από 44 μήνες πολέμου, πολλοί στρατιώτες αναρωτιούνταν πότε—ή και αν—θα ερχόταν η σειρά τους να επιβιβαστούν για την πατρίδα.
Η δυσκολία βρισκόταν στο σύστημα μορίων που είχε θεσπίσει το Πεντάγωνο το 1943. Ένας στρατιώτης έπαιρνε ένα μόριο για κάθε μήνα υπηρεσίας και ένα ακόμη για κάθε μήνα στο εξωτερικό. Κάθε πολεμικό παράσημο μετρούσε για πέντε μόρια. Επίσης, δώδεκα μόρια αποδίδονταν για κάθε εξαρτώμενο παιδί (με ανώτατο όριο τα τρία). Το όριο για την αποστράτευση είχε οριστεί στα 85 μόρια. Μα ακόμη κι όταν το έπιανε κανείς, έμενε το γεγονός πως 3,1 εκατομμύρια άλλοι στον Ειρηνικό επεδίωκαν το ίδιο εισιτήριο επιστροφής. Παρά την ταχύτατη επέκτασή του, ο στόλος της Magic Carpet μπορούσε να μεταφέρει μόνο ένα κλάσμα κάθε μήνα.21
Η απογοήτευση για την καθυστέρηση προκάλεσε μαζικές διαμαρτυρίες τον Ιανουάριο του 1946. Στη Μανίλα, 20.000 στρατιώτες πορεύτηκαν προς το αρχηγείο του Στρατού και αποδοκίμασαν έξαλλα τον διοικητή τους όταν προσπάθησε να εξηγήσει την καθυστέρηση. Άλλες κινητοποιήσεις ξέσπασαν στη Χονολουλού, στο Γκουάμ και στη Βιρμανία. (Παρά την άνευ προηγουμένου διάρρηξη της πειθαρχίας, οι στρατιωτικοί ηγέτες δεν προχώρησαν σε τιμωρίες.) Η πλειονότητα, ωστόσο, περίμενε υπομονετικά τη σειρά της.22
Ένας από τους 3,1 εκατομμύρια που νοσταλγούσαν την πατρίδα ήταν ο βοηθός φαρμακοποιού “Τζέιμς Ράιτ”, 20 ετών, από το Σιάτλ. Υπηρετούσε στη μεγάλη ναυτική βάση στο Εσπιρίτου Σάντο, όπου εργαζόταν σε ένα νοσοκομείο 1.300 κλινών.
Στις 22 Αυγούστου, μία εβδομάδα μετά την ανακοίνωση της παράδοσης της Ιαπωνίας, έγραψε στους γονείς του: «Δεν έχω ιδέα πότε ή πού θα πάρουμε μεταφορικό μέσο. Αν καταφέρω να φτάσω στις Πολιτείες, θα τηλεφωνήσω αμέσως, αλλά μην περιμένετε νέα μου για αρκετές εβδομάδες».
Δύο εβδομάδες αργότερα, εκείνος και οι συνάδελφοί του περίμεναν ακόμη. «Ε, λοιπόν, είμαι ακόμη εδώ!», έγραφε. «Υπάρχουν πολλές φήμες για πλοία και δρομολόγια, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει φανεί κανένα μεταγωγικό να μας πάρει». Όπως πολλοί άγαμοι, αισθανόταν πικρία που οι παντρεμένοι με μικρά παιδιά έπαιρναν επιπλέον μόρια για αποστράτευση. «Με όλη την πολιτική πίεση υπέρ των “πατέρων”, είναι δύσκολο για όσους μείναμε ανύπαντροι. Προσωπικά, δεν βλέπω γιατί ένας εργένης να είναι λιγότερο δικαιούχος αποστράτευσης από οποιονδήποτε άλλον».
Ως τα τέλη Σεπτεμβρίου, ο Ράιτ σχεδόν απολογήθηκε στους γονείς του για τις ελπίδες που τους είχε άθελά του δώσει με την επιστολή της 22ης Αυγούστου. «Είμαι ακόμη εδώ και δεν υπάρχει καμία υπόσχεση για μεταφορά στο προσεχές διάστημα», έγραφε στις 26. «Υπάρχουν πολλές φήμες για το ενδεχόμενο κάποιο αεροπλανοφόρο να αφήσει τα αεροπλάνα του σε μια βάση και να μετατρέψει το υπόστεγό του σε τεράστιο κοιτώνα για 7 ή 8 χιλιάδες άτομα. Δεν το πιστεύω, αλλά καλύτερα να ελπίζεις παρά να εγκαταλείπεις κάθε ελπίδα».
Ακολούθησαν τρεις ακόμη μακρές εβδομάδες ώσπου, στις 20 Οκτωβρίου, έστειλε την τελευταία του επιστολή:
«ΘΑΥΜΑΤΑ ΣΥΜΒΑΙΝΟΥΝ! ΕΝΑ ΠΛΟΙΟ ΗΡΘΕ ΓΙΑ ΜΑΣ! ΦΕΥΓΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ! ΜΗΝ ΜΕ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ ΠΟΛΥ ΣΥΝΤΟΜΑ, ΚΑΘΩΣ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΣΤΑΣΕΙΣ ΣΕ ΑΛΛΑ ΝΗΣΙΑ! ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΣΤΙΣ Η.Π.Α. ΠΡΙΝ ΤΙΣ 10 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ. ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ ΑΛΛΗ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ “ΥΠΕΡΟΧΟΥΣ ΝΟΤΙΟΥΣ ΩΚΕΑΝΟΥΣ”.
ΜΕ ΑΓΑΠΗ,
ΤΖΙΜ».
Παραπομπές-Βιβλιογραφία
- Adam Givens, “Okinawa: The Costs of Victory in the Last Battle,” National WWII Museum, 7 July 2022, org.
- Eugene B. Sledge, With the Old Breed at Peleliu and Okinawa (New York: Random House, 1981), 268.
- Thomas B. Allen and Norman Polmar, Code Name Downfall: The Secret Plan to Invade Japan—and Why Truman Dropped the Bomb (New York: Simon & Schuster, 1995), 297-305. Naval forces from FLTADM Ernest J. King, USN, U.S. Navy at War, 1941-1945: Official Reports to the Secretary of the Navy (Washington, DC: Department of the Navy, 1946), 196.
- Task Force 38 operations from Samuel Eliot Morison, The Two-Ocean War (Boston: Little, Brown and Company, 1963), 566-68; USAAF bombing results from “Air Raids on Japan,” Wikipedia.org.
- Allen and Polmar, Code Name Downfall, 203-7.
- Allen and Polmar, 178-79. While Japanese chemical experiments in China were known, the massive Japanese chemical agent stockpile for use against the Home Islands invasions were discovered only after the occupation of Japan. James Hornfischer, The Fleet at Flood Tide: America at Total War in the Pacific, 1944-1945 (New York: Bantam, 2016), 421 and 471.
- Paul Fussell, “Thank God for the Atomic Bomb,” The New Republic, August 1981.
- Stephen Howarth, To Shining Sea: A History of the United States Navy 1775-1991 (New York: Random House, 1991), 471.
- William Manchester, Goodbye, Darkness (New York: Little, Brown and Company, 1980), 210.
- Dick Ramsey, “Reflections of a Battleship Sailor,” Naval History 37, no. 3 (June 2023); also USS Nevada (BB-36), ship’s history, navy.mil.
- Fussell, “Atomic Bomb,” 10.
- King, U.S. Navy at War, 1941-1945, 232.
- Maryland Center for History and Culture, “Rear Admiral Henry S. Kendall; and Naval History and Heritage Command, “USS Curtiss (AV-4),” Dictionary of American Fighting Ships (DANFS).
- Naval History and Heritage Command, “Kendall, Henry S., Rear Admiral, Commander Task Group 16.12, ‘Magic Carpet Operations/” 15 March 1946.
- Naval Aviation Museum, “Magic Carpet Ride,” org/magic-carpet-ride/.
- USS Saratoga and Lake Champlain histories at DANFS.
- King, U.S. Navy at War, 198.
- Naval History and Heritage Command, “Magic Carpet Operations.”
- RADM Oscar C. Badger, USN, “Magic Carpet Operations,” 17 September 1946.
- Naval History and Heritage Command, “Magic Carpet Operations,” 3.
- Geoffrey Perret, There’s a War to Be Won: The United States Army in World War II (New York: Random House, 1991), 533.
- Aaron Wiener, “After World War II, Tens of Thousands of U.S. Soldiers Mutinied—and Won,” The Washington Post, 11 November 2021.
- Naval History and Heritage Command, “Digital Exhibits/V-J-Day-Letters from Sailors, James Wright,” history.navy.mil/research/archives/digital-exhibits-highlights/vj-day/letters/wright.html.