Το άρθρο που ακολουθεί βασίστηκε στην ομιλία του Αντιναυάρχου (ε.α.) Σπύρου Κονιδάρη Π.Ν. – Επίτιμου Υπαρχηγού Στόλου, στον εορτασμό της «Ναυτικής Εβδομάδος 2025» υπό την αιγίδα του Ναυάρχου Διοικητού της Διοίκησης Ναυτικής Εκπαίδευσης του ΓΕΝ, στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως ΠΟΡΟΣ την 4η Ιουλίου 2025.
H Συντακτική Ομάδα
Από αρχαιοτάτων χρόνων η έννοια του Έλληνα ταυτίστηκε με το υγρό στοιχείο και μέσω αυτού έγινε κοινωνός αλλά και κληρονόμος προγενέστερων πολιτισμών της Ανατολής. Η Ιστορία του Ελληνικού Ναυτικού χάνεται στα βάθη των αιώνων. Αναδύεται με τον πρώτο πολιτισμό του Αιγαίου και συνεχίζεται με τον Μινωικό που ακμάζει στην ανατολική Μεσόγειο. Την Αργοναυτική εκστρατεία και την Κατάληψη της Τροίας ακολουθεί ο ελληνικός εποικισμός του Ευξείνου Πόντου και της δυτικής Μεσογείου.
Οι Αθηναίοι, κατανοώντας «Το Μέγα το της Θαλάσσης Κράτος», σχημάτισαν πρώτοι μια γεωπολιτική αντίληψη της θάλασσας που τους περιέβαλε ως ενιαίου γεωγραφικού και οικονομικού χώρου. Με τα “ξύλινα τείχη” του Θεμιστοκλή κατέστρεψαν τα προς δυσμάς σχέδια επέκτασης του Πέρση Βασιλέα, κυριάρχησαν οι ίδιοι στην θάλασσα και μας κληροδότησαν την Δημοκρατία και τον Πολιτισμό τους, θεμέλιο του σύγχρονου Δυτικού πολιτισμού μας. Όμως, ας μην ξεχνάμε πως, στους μέχρι πρότινος συμμάχους τους νησιώτες, όσους επέλεξαν την ευκολία τους και σταμάτησαν να επανδρώνουν τριήρεις, τα πολεμικά πλοία της εποχής τους, τους επέβαλαν βαριά φορολογία στα πλαίσια της ναυτικής Δηλιακής Συμμαχίας, δηλαδή του “ΝΑΤΟ” της εποχής τους.
O Πελοποννησιακός Πόλεμος μείωσε δραστικά την Ναυτική Ισχύ της Ελλάδας και με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου η καρδιά του Ελληνισμού μετακινήθηκε προς ανατολάς. Έτσι ο Ελλαδικός χώρος με την επακόλουθη λειψανδρία έχασε την δυναμική του και κατακτήθηκε εύκολα από τους Ρωμαίους, ενώ στους Έλληνες έμεινε η υπερηφάνεια ότι οι ίδιοι κατέκτησαν τους Ρωμαίους με τα γράμματα!
Τελικά οι Ρωμαίοι, χωρίς να είναι θαλασσινοί, αφού εκμεταλλεύτηκαν τους ναυτικούς της αυτοκρατορίας τους, κυριάρχησαν και στην θάλασσα και με την «PAX ROMANA» καρπώθηκαν τον πλούτο όλων των Μεσογειακών ακτών.
Από το 350 μ.Χ. και μετά η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Ανατολής, που επικράτησε αργότερα να ονομάζεται Βυζάντιο, όφειλε κατά πολύ την επέκταση και την ευημερία της στο ναυτικό της, με πληρώματα κυρίως από τα Θέματα των νησιών και των ακτών του Αιγαίου.
Και οι Έλληνες μέσα στους αιώνες έζησαν λίγο καλύτερα και ασφαλέστερα, μόνο όταν εξασφάλιζαν εισοδήματα από τις θαλάσσιες μεταφορές και το εμπόριο της αυτοκρατορίας και όταν το Κράτος με τον Στόλο του, τους προστάτευε από τους πειρατές και τους επίδοξους κατακτητές.
Όμως η αραβική εξάπλωση στην βόρεια Αφρική και την Ισπανία, η έκταση της πειρατείας και η δυσκολία των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, που κανείς πλην του Ρωμανού Λεκαπηνού (συμβασιλέας με τον Κωνσταντίνο Ζ’) δεν ήταν ναυτικός, να κατανοήσουν σε βάθος την σημασία του Στόλου, για την κυριαρχία και την ασφάλειά τους, είχε σαν αποτέλεσμα τον 11ο αιώνα (κυρίως από το 1082 μ.Χ.) να εκχωρηθούν τα πρώτα σοβαρά ναυτικά προνόμια στους Βενετούς. Αργότερα δε και αφού μεσολάβησε η κατάληψη, η λεηλασία και η κατοχή της Πόλης από τους Σταυροφόρους (1204 – 1261), δόθηκαν πολλά περισσότερα προνόμια και στους εμπόρους της Γένοβας και της Πίζας για την ασφάλεια που παρείχαν με τον στόλο τους στο Βυζάντιο.
Μια πράξη πολιτική, που μακροχρόνια θα αποδεικνύονταν πράξη αυτοχειρίας, καθώς άφηνε τα πλούσια παράλια και τα νησιά της αυτοκρατορίας στο έλεος των κερδοσκόπων Ιταλών και των πειρατών, και τα πληρώματα των εγκαταλειμμένων πολεμικών πλοίων, χωρίς απασχόληση.
Έτσι οι Τούρκοι, αξιοποιώντας την ναυτική παράδοση των Αράβων και τους άνεργους ναυτικούς, καραβομαραγκούς και τεχνίτες των παραλίων, δημιούργησαν ισχυρό στόλο και χωρίς αντίπαλο Βυζαντινό, κατέλαβαν σιγά σιγά όχι μόνο τα Μικρασιατικά παράλια αλλά και μεγάλες και οχυρωμένες πόλεις της αυτοκρατορίας, την Θεσσαλονίκη το 1430 και την ίδια την Κωνσταντινούπολη το 1453, καταλύοντας την αυτοκρατορία και σκλαβώνοντας και την Ελλάδα.
Και ο σπουδαίος λόγιος και ιστορικός Νικηφόρος Γρηγοράς (1295-1360) με σαφήνεια που θα ζήλευε από Γεωπολιτική άποψη και ο Σερ Μάκιντερ γράφει 100 και πλέον χρόνια πριν την πτώση της Πόλης : «Ούτε οι Λατίνοι θα μπορούσαν να υψώσουν το ανάστημά τους μπρος στους Έλληνες, ούτε οι Τούρκοι να αντικρύσουν ποτέ την άμμο της θάλασσας αν η ναυτική δύναμη των Ρωμαίων κρατούσε όπως πρώτα, την κυριαρχία στην θάλασσα».
Περνώντας στη Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, πρέπει να παραδεχτούμε πως, η αρχική επικράτηση των για 400 χρόνια υπόδουλων Ελλήνων στην Πελοπόννησο και την Ρούμελη το 1821, θα ήταν ένα μικρό πυροτέχνημα – μιας γραμμής καταχώρηση στην Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως ακριβώς και όλες οι προηγούμενες επαναστάσεις των ραγιάδων – αν δεν υπήρχε ο Ελληνικός Στόλος. Ένας Στόλος από εξοπλισμένα μέχρι πρότινος σιτοκάραβα και πυρπολικά των νησιωτών, κυρίως της Ύδρας, των Σπετσών και των Ψαρών, με άριστους και αντριωμένους ναυάρχους, καπετάνιους και πληρώματα, και με τα χρήματα των εφοπλιστών της εποχής, που καταναυμάχησε, τρομοκράτησε και απαγόρευε στον φοβερό Τουρκικό Στόλο του Καπουδάν πασά και των συμμάχων του από την Αίγυπτο, την Τυνησία και το Αλγέρι, να πλησιάσουν και να ανεφοδιάσουν τα κάστρα της Πελοποννήσου και να κάψουν τα νησιά, καταπνίγοντας στην συνέχεια εύκολα την επανάσταση στην στεριά και αφανίζοντας τους Έλληνες.

Αλλά και μετά την ανεξαρτησία της, η μικρή Ελλάδα, με τον στόλο της πολεμικό και εμπορικό, κράτησε άρρηκτο τον δεσμό με την Κρήτη και ενισχυθήκαν οι επαναστάσεις κατά του σουλτάνου που έφεραν τελικά την Ένωσή της με την Πατρίδα (1913).
Και το 1912, ο Ελληνικός Στόλος, ήταν ο λόγος που οι ισχυροί στην ξηρά Βουλγάροι, Σέρβοι και Μαυροβούνιοι δέχθηκαν την Ελλάδα στην Βαλκανική Συμμαχία τους κατά της Τουρκίας. Και πράγματι, ο Ελληνικός Στόλος με τον Ναύαρχο Κουντουριώτη, καταναυμάχησε τον Τουρκικό στις ναυμαχίες της Έλλης και της Λήμνου, απέκτησε τον έλεγχο της θάλασσας και απελευθέρωσε τα νησιά του Βορείου Αιγαίου, απαγορεύοντας κάθε εχθρική μεταφορά. Έτσι οι εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες από την Μέση Ανατολή, δεν έφτασαν ποτέ ως ενισχύσεις στο Βαλκανικό μέτωπο. Και έτσι οι ένδοξες νίκες και οι θυσίες του Ελληνικού Στρατού έπιασαν τόπο, καθώς διατήρησε πλέον όλες τις περιοχές που είχε απελευθερώσει στην Θεσσαλία, την Μακεδονία και την Ήπειρο, νικώντας και καταδιώκοντας αρχικά τον Τουρκικό και στην συνέχεια τον Βουλγαρικό στρατό το 1912-13.

Μέσα λοιπόν στην μικρή το 1830, την μεγαλύτερη με τα Ιόνια Νησιά από το 1864 και την ακόμη μεγαλύτερη μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους Ελλάδα, άρχισε να ακμάζει και η Εμπορική Ναυτιλία (Ε.Ν.), φέρνοντας πλούτο πάλι στα νησιά και τα παράλια, ο οποίος στην συνέχεια διαχέεται στην υπόλοιπη χώρα, με επενδύσεις σε τράπεζες, την βιομηχανία και τα ακίνητα.
Μια Εμπορική Ναυτιλία που με ελάχιστη βοήθεια από την Πολιτεία, ξεπέρασε κάθε προσδοκία, αντιμετωπίζοντας μεγάλες προκλήσεις και κινδύνους, όπως την μετάβασή της από τα πανιά στον ατμό, τις χρεοκοπίες (Εθνικές και ατομικές), τον αποδεκατισμό της στον 1ο Π.Π., την Παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 και την μεγάλη ύφεση που ακολούθησε, και τέλος, τον καταστρεπτικότατο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο (Π.Π.).
Μεγάλες οι θυσίες της Ελλάδας στον 2ο Π.Π. Χιλιάδες οι νεκροί μας στις μάχες του 1940-41 κατά της φασιστικής Ιταλίας στην Ήπειρο και κατά την ναζιστική εισβολή το 1941, ιδίως στην Μακεδονία και την Κρήτη, αλλά και από την πείνα και την αντίσταση στην Κατοχή. Μεγάλη και η προσφορά στον πόλεμο κατά του Άξονα, του Ελληνικού Πολεμικού και Εμπορικού Στόλου.
Παρά την συνθηκολόγηση της Χώρας και την επίσημη διάλυση των Ενόπλων Δυνάμεων από την Κυβέρνηση τον Απρίλιο του 1941, για το Πολεμικό μας Ναυτικό:
- Η άρνηση της παράδοσης του Στόλου μας στους Γερμανούς,
- Η, παρά τις μεγάλες απώλειες του σε πλοία και άνδρες από τους γερμανικούς αεροπορικούς βομβαρδισμούς, διάσωση και συντεταγμένη αποδημία του Στόλου στην Αλεξάνδρεια, και
- Η συνέχιση του πολέμου, στο πλευρό των συμμάχων, στην Μεσόγειο, τον Ινδικό και τον Ατλαντικό ωκεανό, με μεγάλες απώλειες αλλά και με παράλληλη αναγέννησή του με νέα πολεμικά πλοία που δόθηκαν στην Χώρα μας ως αναγνώριση του αξιόμαχου των πληρωμάτων της και των θυσιών τους,
αποτελεί μόνη της μεγάλο κεφάλαιο στην ένδοξη ιστορία μας και παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.

Αλλά ηρωική και πολύτιμη ήταν και η συνεισφορά του Εμπορικού μας Ναυτικού στις κρίσιμες θαλάσσιες μεταφορές των Συμμάχων, με απώλειες εκατοντάδων πλοίων και χιλιάδων Ελλήνων ναυτικών, θυσία στα Υ/Β και τα Αεροπλάνα του Άξονα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε πως ένα μεγάλο ποσοστό από τα κατώτερα, αλλά άκρως απαραίτητα πληρώματα, που επάνδρωσαν τα Ελληνικά πολεμικά πλοία στον Πόλεμο, προερχόταν από το Ε.Ν., ενώ η εξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση στο Κάϊρο συντηρούνταν με τα εκατομμύρια των λιρών που της κατέβαλε η Μ. Βρετανία για την επίταξη των υπό Ελληνική Σημαία εμπορικών πλοίων.
Με την λήξη του 2ου Π.Π., τα Δωδεκάνησα ενώνονται με την μητέρα Ελλάδα και αναγεννάται ο Ελληνικός εφοπλισμός, με σιρμαγιά τα πρώτα 150 πλοία Liberties από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με κάποιες πολεμικές αποζημιώσεις σε εφοπλιστές για τα επιταγμένα πλοία τους που χάθηκαν στον πόλεμο και με τις έγκαιρες και έξυπνες τοποθετήσεις Ελλήνων κεφαλαιούχων. Αρχικά σε δεξαμενόπλοια και στην συνέχεια με την εκμετάλλευση κάθε κρίσης, ναυτικού αποκλεισμού ή πολέμου ανά τον κόσμο.
Έτσι πολλοί συμπατριώτες μας, στην κατεστραμμένη από την Κατοχή και τον αδελφοκτόνο Εμφύλιο πόλεμο Ελλάδα, βρίσκουν καλοπληρωμένη δουλειά στα εμπορικά πλοία και δεν ξενιτεύονται για μια φτωχή ζωή στα λιγνιτωρυχεία της Γερμανίας και του Βελγίου.
Κάποιοι από αυτούς, ιδίως αξιωματικοί του Ε.Ν. και σπουδαγμένοι, θα εξελιχτούν αργότερα οι ίδιοι σε εφοπλιστές ενώ αρκετοί από τους προσωρινούς ναύτες, θα ξεμπαρκάρουν στην Αμερική, την Αυστραλία, την Ν. Αφρική και αλλαχού και παρότι αρχικά παράνομοι μετανάστες, θα ενταχθούν σύντομα στον παραγωγικό ιστό των πλούσιων αυτών χωρών και θα προκόψουν, προσκαλώντας και προσφέροντας καλύτερο μέλλον και σε άλλους συγγενείς τους.
Όλοι αυτοί, μετανάστες, πληρώματα και εφοπλιστές με το πολύτιμο συνάλλαγμα που έστελναν στην Πατρίδα, είτε για βιοπορισμό των οικογενειών τους είτε για επενδύσεις, στήριξαν την Εθνική οικονομία και την ανοικοδόμηση της Πατρίδας μας, η οποία έγινε με τον ελάχιστο εξωτερικό δανεισμό, για να έχουμε και μέτρο σύγκρισης με αυτά που έγιναν αργότερα στην Χώρα και μας κατατρέχουν μέχρι σήμερα.

«Μέγα το της θαλάσσης Κράτος» αναγράφει ο θυρεός του Π.Ν., αποτυπώνοντας την τεράστια σημασία που έχει για την χώρα μας το υγρό στοιχείο. Η στεριά, η ενδοχώρα μας είναι πτωχή. Έτσι το μέλλον της Πατρίδας μας εξαρτάται από την θάλασσα και μπορεί να είναι λαμπρό όσο η Ελλάδα παραμένει εν πλω, με δυνατό και πλήρες το πλήρωμά της, με γερά τα κατάρτια της και γεμάτα τα πανιά της.
Ο “από μηχανής θεός” των αρχαίων μας προγόνων, μπορεί σήμερα να έλθει μόνο από την θάλασσα, καθώς ο πλούτος από τις παγκόσμιες θαλάσσιες μεταφορές αλλά και αυτός στα νερά, τον βυθό και στο υπέδαφος των δικών μας θαλασσίων ζωνών είναι μεγάλος.
Αλλά χωρίς ισχυρό πολεμικό Στόλο με ψυχωμένα πληρώματα (Ναυτική Ισχύ) και χωρίς την άριστη σχέση του λαού μας με την θάλασσα και τα θαλασσινά επαγγέλματα και αθλήματα, χωρίς ισχυρό Εμπορικό Ναυτικό και την σχετική ναυπηγική βιομηχανία, βιοτεχνία, τεχνολογία και σύγχρονη ναυτική εκπαίδευση, χωρίς δηλαδή μεγάλη Θαλάσσια Ισχύ, δεν θα μπορέσουμε να τον εκμεταλλευτούμε ή να τον αξιοποιήσουμε.
Μάλιστα, ενδεχόμενη σοβαρή μας αδυναμία στην θάλασσα μπορεί να οδηγήσει στην κλοπή αυτού του πλούτου μας. Υποχωρώντας στις απειλές πολέμου, ενδεχομένως και με μια ντροπιαστική υπογραφή μας, «όσο η δύναμη των ισχυρών γειτόνων ή των μακρινών “συμμάχων” μας τους επιτρέψει και όσο η τυχούσα αδυναμία μας μας επιβάλει», για να χρησιμοποιήσω τα σοφά λόγια του Θουκυδίδη.
Γιορτάζοντας την ναυτική μας παράδοση, οφείλουμε πρωτίστως μεγάλη ευγνωμοσύνη σε αυτούς που πολέμησαν στην θάλασσα και όσους μετέφεραν και μεταφέρουν περήφανα την Ελληνική σημαία στα πέρατα του κόσμου. Ιδιαίτερα δε, σε όσους χάθηκαν στο υγρό στοιχείο είτε σε πόλεμο είτε σε αποστολή ή σε μπάρκο. Οφείλουμε κάθε τιμή στον «Άγνωστο Έλληνα Ναύτη», χωρίς τον οποίο, πλους της Ελλάδος διαχρονικά, δεν νοείται.
Το Ναυτικό μας όμως έχει να επιδείξει και παράτολμα εγχειρήματα, πρωτοποριακές επιχειρήσεις και αμέτρητες ηρωικές μορφές. Τα δοξασμένα κύματα των ελληνικών θαλασσών χαιρετίζουν τις αρχαίες Ελληνικές τριήρεις και τους Βυζαντινούς δρόμωνες και ιδιαίτερα από το 1821, τους ενδόξους ΑΡΗ, ΑΒΕΡΩΦ, ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗ, ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ και ΑΔΡΙΑ.
Η αλμύρα των ελληνικών θαλασσών γέννησε Θεμιστοκλήδες, Νέαρχους, Μιαούληδες και Κουντουριώτηδες. Η αύρα της ένδοξης ναυτικής μας ιστορίας στεφάνωσε Κίμωνες, Κανάρηδες, Ματρώζους, Βότσηδες, Λάσκους και Τούμπες.
Το παράδειγμά τους, που απετέλεσε οδηγό για εμάς τους μεγαλύτερους, συνεχίζει να εμπνέει σήμερα και τους Αξιωματικούς, τους Δοκίμους, τους Υπαξιωματικούς και τα πληρώματα των πλοίων μας. Τα εν ενεργεία στελέχη του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά και εμείς, οι απόστρατοι -αλλά ποτέ αφυπηρετούντες- συναισθανόμαστε την βαριά κληρονομιά του ηρωικού παρελθόντος, ενός Ναυτικού που δεν έχει υποστείλει ποτέ την σημαία του, και οφείλουμε με το παράδειγμα και τον λόγο μας να παραμένουμε άξια τέκνα της Πατρίδας.
Και αναμένουμε από την Πολιτεία να εξασφαλίζει τα απαραίτητα πολεμικά πλοία και τα μέσα καθώς και τις κατάλληλες συνθήκες για το προσωπικό τους και τις οικογένειές τους. Εξοικονομώντας κατ’ αρχάς -και πριν ζητηθούν νέες θυσίες από τον απλό Λαό – τα χρήματα που καταλήγουν στους κηφήνες και τα τρωκτικά που περιτριγυρίζουν την εκάστοτε εξουσία.
Ώστε τα στελέχη του Ναυτικού, χωρίς το άγχος του βιοπορισμού, να παραμείνουν συγκεντρωμένα στην αποστολή τους, την αποτροπή κάθε επιβουλής κατά της πατρίδας μας, την εξασφάλιση της ειρήνης και της ευημερίας του Λαού μας και ιδιαίτερα, της ασφάλειας και του υψηλού φρονήματος των νησιωτών και των ακριτών μας στο λίκνο αλλά και τον πνεύμονα της Ελλάδας, το Αιγαίο.
Πέρα όμως από την Πολιτεία προσκαλούμε τους πολλούς Έλληνες εφοπλιστές να ακολουθήσουν το παράδειγμα των παλαιών Εθνικών ευεργετών, και των ολίγων συναδέλφων τους, που συμπαραστέκονται σήμερα τις Ελληνικές Ε.Δ. και το Π.Ν. και να συνδράμουν από το περίσσευμά τους, στην ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό του Στόλου μας ή των υπηρεσιών που προσφέρονται στα στελέχη του.
Σε ότι αφορά τους απαραίτητους ναυτικούς εξοπλισμούς, ακούμε δυστυχώς από όψιμους “στρατηγιστές” και αυτοαποκαλούμενους “αμυντικούς αναλυτές”, πως μας αρκούν … πυραυλάκια και drones στα νησιά και μικρά ταχύπλοα σκάφη, για να εξασφαλίσουμε το Αιγαίο. Και δεν καταλαβαίνουν ότι κάθε στατικό όπλο εύκολα στοχοποιείται και τίθεται εκτός μάχης ακόμη και με μια φτηνή ασύμμετρη ενέργεια σε περίοδο ειρήνης.
Όμως, το να κλειστούμε στο Αιγαίο σε λαγούμια ή να κρυφτούμε στα βράχια, ισοδυναμεί με παράδοση. Ανατρέξτε στο φιάσκο της Γαλλικής γραμμής Μαζινώ και πείτε μας πως θα αντιπαρατεθούμε έξω από το Αιγαίο ;
Πώς θα επιχειρήσουμε στο μεγάλο θαλάσσιο πεδίο, που έχουμε εθνική κυριαρχία ή κυριαρχικά δικαιώματα ή ευθύνη; Oχι μόνο σε περίπτωση πολέμου αλλά ακόμη και στην ειρήνη; Που, όπως δείχνει η Ιστορία, διακυβεύονται πολλά και συνήθως χάνονται ή απεμπολούνται τα περισσότερα δικαιώματα, όταν δεν είσαι έτοιμος και αποφασισμένος να τα υπερασπιστείς;
Τι μεγάλες πλώρες θα έχουμε απέναντι στον κακό και άρπαγα γείτονα στο ανοιχτό πέλαγος; Τι θα συνοδεύουν από κοντά και θα προστατεύουν με όλους τους καιρούς, τα πλοία ερευνών και τα γεωτρύπανα έξω από το Αιγαίο, στην Ν.Α. Μεσόγειο, το Λιβυκό και το Ιόνιο πέλαγος; Τα πυραυλάκια της Νάξου και τα φουσκωτά της Αστυπάλαιας; Και στα Beauforts των θαλασσών μας, χειμώνα και καλοκαίρι, τι θα κάνουμε; «Περιμένετε βρε να μπουνατσάρει» και «Βάστα Τούρκο να γεμίσω» θα λέμε;
Η Ελλάδα θέλει Στόλο με ικανό αριθμό μεγάλων πολεμικών πλοίων, κατάλληλων να παραμένουν επί μακρόν και να επιχειρούν με δυσμενείς καιρούς στην ανοιχτή θάλασσα. Γιατί μόνο με τέτοιο Στόλο την υπολογίζουν οι φίλοι ως σοβαρή σύμμαχο και μόνο έτσι συγκρατούνται οι εχθροί μας.
Γιατί μόνο με Στόλο ικανό, μπορεί η Πατρίδα μας, όχι απλώς να επιβιώσει μίζερα και ανυπόληπτα, αλλά να πλεύσει προς την ευημερία και το καλύτερο μέλλον.
Όσοι έχουν μάθει την θάλασσα σε ξενοδοχεία πολλών αστέρων ή θαλαμηγούς λόγω οφικίου ή εισοδήματος, καλό είναι να συμβουλευτούν αυτούς που έχουν μελετήσει την ιστορία και την προσφορά της στο Έθνος. Και η Κυβέρνηση, ξεκινώντας από τα εν ενεργεία στελέχη του Π.Ν., οφείλει να έχει ως συμβούλους της αυτούς που έχουν σπουδάσει τα σύγχρονα πλοία και τα όπλα τους, τα διδάγματα από τους πρόσφατους και σε εξέλιξη πολέμους και τις ταχύτατες τεχνολογικές εξελίξεις. Και επιπλέον έχουν την γνώση από υπηρεσίες ευθύνης στα πολεμικά πλοία και όχι απλώς γνώμη από τον καναπέ τους.
Αυτοί λοιπόν οι ειδικοί και όλοι οι Καλοί Έλληνες, όχι από εγωισμό ή συμφέρον αλλά με επίγνωση, λογική και φιλοπατρία, θέλουμε μια Ελλάδα ναυτική, παρούσα στις θάλασσες όλου του κόσμου αλλά και μια Πατρίδα ασφαλή και πλούσια στην θάλασσα και από την θάλασσα. Για ένα καλύτερο μέλλον χρειαζόμαστε μια Ελλάδα αξιόπλοη και πανέτοιμη να ανταπεξέλθει σε κάθε πρόκληση. Ακόμη και όταν είναι αγκυροβολημένη για σύντομη ανάπαυση ή για “ανεφοδιασμό”.
Δεν μας ταιριάζει όμως, επ’ ουδενί, μια Ελλάδα παροπλισμένη και κυρίως ποτέ, μια Ελλάδα προσαραγμένη, μια Ελλάδα στα βράχια. Την Πατρίδα που παραλάβαμε από τους πατέρες και τους προκάτοχους μας, την υπερήφανη Ελλάδα που μας έχουν χρεώσει οι Ήρωες μας και η Ιστορία, αυτή την Ελλάδα πρέπει να παραδώσουμε στα παιδιά μας. Ακέραια, ελεύθερη, ανεξάρτητη και ευημερούσα.
Μια Ελλάδα Εν Πλω, αρματωμένη και πλησίστια.
Ζήτωσαν οι συμπατριώτες μας οι θαλασσινοί, οι νησιώτες, οι ψαράδες, οι ναυτεργάτες, οι καραβοκύρηδες,
Ζήτωσαν το Πολεμικό και το Εμπορικό μας Ναυτικό και το Λιμενικό Σώμα και όσοι τα υπηρέτησαν, τα υπηρετούν, τα αγαπούν και τα στηρίζουν,
Ζήτω η Ναυτική μας Πατρίδα
Αντιναύαρχος (ε.α.) Σπύρος Κονιδάρης Π.Ν.
Επίτιμος Υπαρχηγός Στόλου – MSc in Electrical Engineering